20 Δεκεμβρίου 2013

Νυχτερινό Ημερολόγιο

Πέρασαν οι νύχτες.
Πέρασαν όμως πιο δύσκολα από ότι περνά ένας χρόνος ολόκληρος.
Οι νύχτες είναι πάντα δύσκολες.
Δεν το ήξερες;
Έρχονται όλα τα όνειρα που έκανες, να σου κρατήσουν συντροφιά.
Έρχονται και οι σκέψεις μετά. Για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον.
Και αυτή η απουσία που γεμίζει το δωμάτιο, δε σε αφήνει να κοιμηθείς.
Και έτσι μένεις και φυλακίζεσαι μαζί τους.
Στροβιλίζεσαι στο τίποτα.
Γυρνάς στο κρεβάτι όπως κάνουν οι τρελοί.
Ψιθυρίζεις ονόματα και λέξεις σιγανά.
Για να μην σε ακούσει κανείς και σου τις πάρει και αυτές.
Και σαν κοιτάξεις έξω από το παράθυρο σου θα δεις μόνο σκοτάδι.
Γιατί ο ήλιος κρύφτηκε και έδωσε την θέση του στο φεγγάρι.
Εκείνο όμως δεν φτάνει για να φωτίσει το μικρό σου δωμάτιο.
Και έτσι μένεις στα σκοτεινά παρέα με τους απρόσκλητους καλεσμένους σου.
Τους ανέχεσαι παθητικά.
Κάνεις υπομονή.
Γιατί ξέρεις πως σε λίγο ξημερώνει πάλι.
Ξέρεις πως το δωμάτιο θα γεμίζει πάλι με φως και οι "καλεσμένοι" σου θα πρέπει να φύγουν.
Στην ψύχη σου όμως;






17 Δεκεμβρίου 2013

Ο λόγος.

Και αν όλα τα ξέραμε από την αρχή;
Αν γνωρίζαμε το αποτέλεσμα δεν θα γευόμασταν την αγωνία.
Αν μπορούσαμε να διαβάζαμε τις σκέψεις των ανθρώπων θα αγνοούσαμε την έκπληξη.
Αν μπορούσαμε να ορίσουμε εμείς τους παλμούς της καρδιάς μας θα χάναμε το σκίρτημα του έρωτα.
Αν ο αληθινός αυθορμητισμός δεν ενθαρρύνει την ζωή σου,
την ανησυχία για την ύπαρξη σου, σε αυτό το ατελείωτο ταξίδι με προορισμό το άγνωστο,
τότε το λιμάνι ίσως να είναι δίπλα σου. 
Ίσως το λιμάνι να είναι πολύ μακριά. 
Ίσως και να μην το ανταμώσεις ποτέ. 
Αυτή είναι η μαγεία της ζωής. Ψάξε το λιμάνι σου. 
Μην το αφήσεις να χαθεί από τα μάτια σου.

Αν πάλι αναζητάς την σιγουριά μιας εύκολης ζωής 
μείνε στην ρουτίνα της καθημερινότητας σου, χωρίς όνειρα, προσδοκίες και στόχους. 
Γίνε ένα με την μάζα. Γίνε ένα με το μαύρο χρώμα που κυριαρχεί. 
Θεατής σε ένα έργο που παίζεται για σένα. 
Και θα γελάς μονάχα όταν στο επιτρέπουν. 
Θα κλαις όταν στο επιτρέπουν. Θα νιώθεις όταν στο επιτρέπουν. 
Τα θέλω σου θα κρυφτούν κάτω απο τον ίσκιο των πολλών. 
Και όταν θελήσεις να τα βρεις, εκείνα θα είναι πλέον νεκρά. 

Αν παρατήσεις τον αγώνα σου, το ρίσκο σου και τα πιστεύω σου, τότε θα μηδενίζεις και τις αξίες σου. 
Τις πετάς μέσα σε ένα λαβύρινθο, σε ένα λαβύρινθο που ήδη ζουν όλοι οι φόβοι σου και οι ανασφάλειες σου. Και εκεί πεθαίνει και ο κόσμος σου. 
Αθόρυβα. 
Ανώδυνα. 
Μονάχα το σώμα σου θα ανασαίνει μηχανικά. 
Με σταθερούς ρυθμούς. 
Χωρίς την φλόγα της προσμονής να καίει μέσα σου. 

Αν λοιπόν δεν υιοθετήσεις το ρίσκο, 
αν δεν αγκαλιάσεις την υπέρβαση, δεν υπάρχει λόγος.
Δεν υπάρχει λόγος να ζεις και να λέγεσαι άνθρωπος. 





10 Δεκεμβρίου 2013

Οι ευχές μιας Ψυχής.

Μια ψυχή που δεν θέλησε ποτέ να γεννηθεί.
Και όμως βρέθηκε σε έναν κόσμο ξένο.
Χωρίς να την ρωτήσει κανείς αν μπορεί να αντέξει το κενό.

Πως μπορεί κανείς να αντέξει το κενό;
Πως μπορεί κάποιος να περπατήσει μόνος;
Όμως αυτή η ψυχή άντεξε το κενό και έμαθε να περπατάει μόνη της μέσα του.
Συνήθισε την απουσία. Έμαθε να ζει μόνη της. Προσαρμόστηκε.
Ποτέ δεν χρειάστηκε να κλάψει. Δεν ήξερε τι σχήμα είχαν τα δάκρυα.
Ποτέ δεν χρειάστηκε να γελάσει, να πονέσει, να εμπιστευθεί.
Δεν ήξερε τι σημαίνουν οι λέξεις αυτές, και όμως τις γνώριζε.
Μέχρι που ο κόσμος της γέμισε και άλλες ψυχές.
Διαφορετικές από εκείνη.
Και χάρις αυτές έμαθε τι σχήμα είχαν τα δάκρυα.
Χάρις αυτές έμαθε να γελάει, να πονάει, να εμπιστεύεται.

Μα όλα αυτά μια μέρα της φάνηκαν βουνό.
Και άρχισε να τρέχει.
Ήθελε να φύγει μακρυά.
Να κρυφτεί κάτω απο ένα δέντρο και να ξεχάσει ότι έμαθε.
Έσπρωχνε τις ψυχές γύρω της. Πνιγόταν.
Και όταν πια ήταν μόνη, έπεσε στα γόνατα, πήρε μερικές βαθιές ανάσες και άρχισε να κλαίει.
Έκλαιγε για μέρες ολόκληρες, μπορεί και μήνες, γιαυτό και δεν μπόρεσε ποτέ να ξεχάσει.

Και έτσι, αυτή η ψυχή που δεν θέλησε ποτέ να γεννηθεί,
αυτή η ψυχή που ήθελε να ξεχάσει όσα της έμαθαν
τώρα παρακαλούσε να ζήσει για πάντα.
Παρακαλούσε να μην ξεχάσει ποτέ.
Και τα κατάφερε.

4 Δεκεμβρίου 2013

Το 1/2.

Μισά θα μείνουν όλα.
Όσος χρόνος και αν μας δοθεί ποτέ δεν θα είναι αρκετός.
Πάντα κάτι θα μένει μισό. Όπως μισοί μένουμε και εμείς.
Πέρασαν σκέψεις και σκέψεις μα πες μου πόσες από αυτές έκανες πράξη;
Πες μου πόσες προτάσεις σου άφησες μισές γιατί κάτι άλλο σου τράβηξε την προσοχή;
Πόσες φορές ξέχασες το όνειρο σου, και το άφησες κάπου στην μέση να χαθεί;
Ποτέ δεν θα μας φτάσει ο χρόνος. Είναι τσιγκούνης και κυλά γρήγορα.
Ότι και αν κάνεις, πάντα θα το αφήνεις μισό.
Και που μπορεί να χωρέσει μια ζωή μισή;
Μισά χαμόγελα στραβά. Μισοτελειωμένες κουβέντες. Μισοτελειωμένες καταστάσεις.
Και το μισό, από το ολόκληρο, χάνεται εύκολα. Χωρίς να το καταλάβεις.
Και καταλήγεις πάλι με το τίποτα. Πάλι στην αρχή.
Στο κενό που γεμίζει με το τίποτα μιας άδειας ζωής.
Και προσπαθείς να μαζέψεις γεύσεις και αρώματα ξανά. Έρωτες και φίλους από την αρχή.
Μα το μισό δύσκολα το συμπληρώνεις.
Λίγος χρόνος για να βρεις το άλλο μισό που ταιριάζει.
Και είναι πολλά μισά κομμάτια, μόνα τους, και ξεχασμένα. Πολλοί και εμείς που είμαστε μισοί.
Και άντε να βρεις μέσα στα πολλά αυτό που θες.
Πολλοί οι πειρασμοί και πολύ λίγος ο χρόνος.
Τόσο λίγος που αναρωτιέσαι τι ψάχνεις.
Η, τι πρέπει να ψάξεις να βρεις πρώτο.
Είσαι στα μισά λοιπόν η τώρα ξεκινάς;
Ψάχνεις το άλλο μισό, ή ζεις ήδη με το τίποτα;
Μην απαντήσεις. Δεν ξέρεις. Δεν θα μάθεις.
Πάντα θα είσαι το 1/2.

                                                           





1 Δεκεμβρίου 2013

Το Πώς και το Γιατί.

Οι μέρες περάσαν και κανείς δεν μπόρεσε να καταλάβει το πώς και το γιατί.
Πώς και γιατί χάνονται οι άνθρωποι.
Πώς και γιατί ξεχνάμε.
Πώς και γιατί αλλάζουν οι εποχές.

Οι μέρες τρέχουν και εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα.
Απλά μένουμε πίσω και τις βλέπουμε να φεύγουν μακριά μας και το μόνο που έχουμε κερδίσει είναι αυτές οι δύο λέξεις, αυτά τα δυο αναπάντητα ερωτήματα, το πώς και το γιατί. Και αν μπορούμε να κάνουμε κάτι τότε γιατί δεν το κάνουμε; Γιατί δεν προσπαθούμε να την σταματήσουμε πριν φύγει και να τις ζητήσουμε ότι δικαιούμαστε; Γιατί δεν κάνουμε την μέρα να κρατά όσο την χρειαζόμαστε;
Και άλλα γιατί...
Και αφού λοιπόν όλοι κάτι ποθούμε πώς το αφήνουμε να φύγει από εμάς; Πως μπορεί να σβήσει η επιθυμία τόσο εύκολα; Υποτίθεται πως ότι θες το διεκδικείς. Που είναι λοιπόν η προσπάθεια; Πως μπορούμε να ξεχάσουμε κάτι τόσο δυνατό και να προσχωρήσουμε; Πως προχωράς;
Και άλλα πως...

Το πώς και το γιατί.
Μην ρωτάς ποτέ όταν δεν θες να ακούσεις την απάντηση. Η καλύτερα θα έπρεπε να πω μην ρωτάς ενώ ξέρεις ήδη την απάντηση. Δεν φταίνε οι μέρες που περνάνε τόσο γρήγορα, δεν φταίνε οι εποχές που αλλάζουν, οι άνθρωποι που φεύγουν και ξεχνάνε. Φταίμε εμείς.
Εγώ, εσύ, ίσως πάλι να φταίμε και οι δύο. Φταίμε εμείς που παρασυρθήκαμε, και αφεθήκαμε στον χρόνο. Φταίω εγώ που έβλεπα μόνο εμένα. Φταις εσύ, που άφησες να χαθεί αυτό το χρώμα από τα μάτια μου, όταν μου έλεγες πως όλα θα πάνε καλά.

Τίποτα δεν πήγε καλά λοιπόν.
Και θα αναρωτιόμαστε για καιρό το πώς και το γιατί.
Μην ψάξεις να βρεις την απάντηση στον κόσμο όμως. Ψάξε μέσα σου. Ξέρεις πολύ καλά πως οι απαντήσεις που περιμένεις είναι κάπου εκεί, κρυμμένες. Έχεις όσο χρόνο θες. Είναι προτιμότερο να σπαταλήσεις όλη σου την ζωή ψάχνοντας τις απαντήσεις που ο ίδιος μπορείς να δώσεις στον εαυτό σου, πάρα να ρωτάς και να κατηγορείς τον κόσμο ολόκληρο. Αυτό είναι το πώς.
Όσο για μένα έχω πολύ δρόμο ακόμα μπροστά μου. Το πώς το έλυσα. Όπως και το γιατί.
Τώρα πρέπει μόνο να αναπληρώσω τον χαμένο χρόνο. Τα χαμένα όνειρα και τις ελπίδες μου.

Οι εποχές όμως άλλαξαν και πάλι.
Ήρθε χειμώνας. Άλλα ξέρω πως μετά θα έρθει πάλι Άνοιξη.
Γιατί; Γιατί όλα είναι ένας κύκλος.
Αυτό είναι το γιατί.



27 Νοεμβρίου 2013

Το πηγάδι της ζωής.

Και τώρα έχεις μπροστά σου ένα πηγάδι.
Είναι το πιο βαθύ πηγάδι που μπορείς να φανταστείς.
Εκεί αρχίζουν και τελειώνουν όλα. 
Από εκεί ξεκίνησες και εσύ, και ας μην το θυμάσαι.
Έμαθες όμως να το κοιτάς από ψηλά. Όπως και άλλα πράγματα στην ζωή σου.
Σε προκαλώ λοιπόν. 
Σε προκαλώ να πέσεις μέσα του. Να βρεθείς στον πάτο.
Να νιώσεις το σκοτάδι, την μοναξιά, την υγρασία, το κενό, τον εαυτό σου.
Τώρα κλείσε τα μάτια και σκέψου αυτό που φοβάσαι.
Ότι και αν είναι αυτό.
Την Απώλεια, την μοναξιά, την εγκατάλειψη, το ψέμα, το απουσία, τον θάνατο, την ζωή, το σκοτάδι, τους έρημους δρόμους, τους εφιάλτες σου, τον κόσμο, τα ύψη, τις σκέψεις, τους άγνωστους, τους μπάτσους, τους δασκάλους στο σχολείο, την άγνοια, τα απωθημένα, το ακατόρθωτο, την προδοσία, την φυλακή, την σχιζοφρένεια, την αλήθεια, την σιωπή, τον εαυτό σου. 
Κράτα τα μάτια σου για λίγο ακόμα κλειστά και σκέψου αυτό που σε κάνει ευτυχισμένο.
Ότι και αν είναι αυτό.
Μια αγκαλιά, ένα φιλί, έναν φίλο σου, το σπίτι σου, την οικογένεια σου, τον σκύλο σου, το φαγητό που σου αρέσει, την κοπέλα σου, το αγόρι σου, τα αδέρφια σου, την βροχή, την εμπιστοσύνη, την αγάπη, τον έρωτα, την ψυχή σου, το σώμα σου, την αμοιβαιότητα, το άρωμα του, την μουσική, τις αναμνήσεις που είχες απο παιδί, την μαμά σου, τον μπαμπά σου, τον εαυτό σου. 
Και τώρα, αφού ξέρεις τι φοβάσαι και τι αγαπάς, σκαρφάλωσε και βγες στην επιφάνεια.
Άφησε όμως πίσω αυτό που αγαπάς και σκαρφάλωσε με τον φόβο σου παρέα.
Όταν φτάσεις ξανά στην κορυφή, και σταθείς στα πόδια σου, πέτα τον φόβο σου ξανά μες στο πηγάδι.
Πέταξε τον από πάνω σου με όλη σου την δύναμη. 
Λιώστον μες στα δύο σου χέρια.
Κάνε τον σκουπίδι, και πέτα τον πάλι στο τίποτα. 
Θάψε τον και ξέχασε τον. Ξέχασε πώς προφέρεται αυτή η λέξη. 
Όταν θα έχεις τελειώσει με τον φόβο σου, προσπάθησε να φτάσεις αυτό που σε κάνει ευτυχισμένο.
Θυμήσου όμως ότι είναι στον πάτο του πηγαδιού. 
Προσπάθησε με νύχια και με δόντια για να τον κατακτήσεις. 
Δεν έχεις πια τίποτα να φοβάσαι. Μόνο να ελπίζεις.
Και όταν θα έχεις στα χέρια σου αυτό που αποζητάς, ότι και αν είναι αυτό για σένα, φόρα το. 
Καντο δικό σου. Αγάπησε το σαν την ζωή σου. 
Και ποτέ μην το ξεχάσεις, γιατί θα σε ξεχάσει και αυτό.
Και ποτέ μην το αφήσεις, γιατί θα σε αφήσει και αυτό.
Όλοι απο εκείνο το πηγάδι προερχόμαστε.
Γεννιόμαστε και πεθαίνουμε παρέα με τους φόβους και τις χαρές μας.

Και τώρα σε αφήνω.
Έχω έναν φόβο να θάψω και μια χαρά να κατακτήσω.


                                     







25 Νοεμβρίου 2013

Συμπέρασμα Νο1

Το πέρασμα από τον χρόνο στον χώρο.
Δεν σε σκέφτομαι πια, όμως δεν παύω να σε σκέφτομαι έστω και λίγο.
Βλέπεις είναι οι λέξεις που σε φέρνουν στο μυαλό μου. Είναι τα μέρη που περπάτησες η περπατήσαμε μαζί. Είναι τα δωράκια που ανταλλάξαμε και τώρα είναι κλεισμένα σε ένα κουτί γεμάτο αναμνήσεις. Πλέον μείνανε μόνο αυτά για να σε θυμάμαι. Γιατί δεν σε βλέπω πια. Δεν ακούω την φωνή σου. Χάθηκες. Χάθηκα. Χαθήκαμε. Δεν χαθηκαμε όμως ανάμεσα στο πλήθος, όπως χάνει ενα παιδί την μαμά του. Χαθήκαμε σε κοινή θέα. Σε βλέπω και με βλέπεις. Αλλα είναι πια μεγάλη η απόσταση ανάμεσά μας. Και αν δεν με βλέπεις και δεν σε βλέπω υπάρχουμε. Η μάλλον συνυπάρχουμε, στο ίδιο μέρος. 
Η παρουσία της απουσίας.
Με ξεπερνά. Είναι δύσκολο να σου λείπει κάτι. Ξέρεις, αυτό το κενό που δεν μπορεί να γεμίσει εύκολα. Είναι ωραίο να ξυπνάς το πρωί και να ξέρεις ότι θα ακούσεις ένα καλημέρα. Είναι ωραίο να έχεις κάποιον να μοιραστείς τον καφέ σου, το χαμόγελό σου και τις σκέψεις σου. Ακόμα και αυτό όμως που το ζητάς και το θες τόσο πολύ, όταν έρχεται τι κάνεις? Φοβάσαι, κλείνεσαι στον εαυτό σου και κάνεις πίσω. 
Ε λοιπόν σύνελθε! 
Χαμογέλα, φτιάξε μια κούπα ζεστό καφέ και μοιράσου τον.
Έρχεται χειμώνας...



22 Νοεμβρίου 2013

Ο χειμώνας της μοναξιάς.

Το δωμάτιο είναι μικρό. Και κρύο. 
Σαν το κρύο που έρχεται μαζί με τον χειμώνα.

Χειμώνιασε, το δωμάτιο άσπρισε, και την φωνή σου την κάλυψε το χιόνι.
Μόνο μια μελωδία ακούγεται ξανά και ξανά. 
Η ατμόσφαιρα είναι βαριά.
Από τα τσιγάρα, τις σκέψεις και την απουσία σου.
Είναι δύσκολο να συνηθίζεις την απουσία. 
Είναι όμως πιο δύσκολο να σου λείπει κάτι που δεν είχες ποτέ.
Είναι βασανιστικά τα όνειρα που κάνεις για το ακατόρθωτο.
Και ενώ ξέρεις ότι ποτέ δεν θα το αποκτήσεις εσύ συνεχίζεις και το ζητάς.
Έτσι πρέπει. 
Δεν έχεις τίποτα να χάσεις. Μόνο να κερδίσεις.
Ζήτα και θα έχεις. Ρώτα και θα μάθεις.
Κλάψε και εγώ θα είμαι εκεί να σκουπίσω τα δάκρυα σου. 
Ακόμα και αν ξέρω πως αυτά τα δάκρυα δεν θα είναι για μένα, 
ακόμα και αν ξέρω πως εσύ, το δικό μου ακατόρθωτο, υπάρχεις,  δεν θα ζητήσω τίποτα. 
Και εσύ θα ορκιστείς πως δεν θα μου πεις ποτέ.
Δεν θα μου πεις ποτέ ούτε για ποιόν ήταν τα δάκρυα σου, ούτε γιατί ποτέ δεν εμφανίστηκες.
Βλέπεις είναι ωραία η άγνοια. 
Είναι η μόνη ασφάλεια. 
Μην την μπερδέψεις όμως ποτέ με την μοναξιά. 
Η μία σε προστατεύει και η άλλη σε τρώει σιγά σιγά.
Και όταν πέσεις στα χέρια της δεύτερης, θα είναι πια πολύ αργά.
Θα ξυπνήσεις ένα πρωί, και το χιόνι θα έχει σκεπάσει και εσένα. 
Γιαυτό μην μένεις ποτέ σε μικρά και κρύα δωμάτια. 
Γιατί σε κάτι τέτοια δωμάτια, να σαν και αυτό εδώ, φωλιάζει η μοναξιά.
Αυτή είναι η μουσική. Αυτή είναι το κρύο. Αυτή είναι ο χειμώνας.

Γιαυτό πρόσεχε.
Μην χαθείς στην χιονοθύελλα.
Η φωνή σου δεν θα ακουστεί ξανά.
Γίνεται εντονότερη η ανάγκη τον χειμώνα μάτια μου.
Και είναι άσχημο να είναι χειμώνας και να είσαι μόνος.

17 Οκτωβρίου 2013

Πανω απο τα συννεφα.

Ο κοσμος σκοτεινιασε.
Ο ηλιος κρυφτηκε.
Και εμεις χαθήκαμε.
Παραπαταμε στην σιωπη γιατι τα ονειρα δεν μιλανε πια. Δεν μας δειχνουν τον δρομο.
Γινομαστε διαφανοι οταν κοιτιομαστε στα ματια. Δεν μπορουμε την αληθεια, κρυβομαστε στο ψεμα.
Δεν μιλαμε γιατι καποιος μας εκοψε την γλωσσα, και αν κοιταξεις στον καθρεφτη θα τον δεις.
Μειναμε μονοι σε μια πολη γεματη νεκρα ονειρα.
Προσπαθω να ξυπνησω ομως αυτο δεν ειναι ονειρο.
Ειναι το τελος μιας εποχης. Ενα τελος λυτρωτικο. Και εσυ καπου εκει γελας.
Τα ποδια μου δεν με κρατανε τωρα πια.
Προσπαθω να κρατησω το κορμι μου ορθιο, αλλα δεν υπακουει ουτε και αυτο.
Σταματησε να δεχεται εντολες. Ειναι ελευθερο, ειναι ετοιμο να πεταξει.
Και οπως αφηνω την γη, σε ακουω να φωναζεις να σε παρω μαζι μου.
Η φωνη σου ομως ξεμακρυνεται απο τα αυτια μου.
Αυτο το ταξιδι ειναι μονο για εναν.
Λυπαμαι.
Δεν αντεχεται το βαρος δυο αδειων κορμιων.
Τωρα χανεται και η φωνη σου. Ξεχασα κιολας το προσωπο σου.
Δεν σε γνωρισα ποτε και ομως σε ξερω καλυτερα απο σενα.
Δεν με αγγιξες ποτε αλλα τα σημαδια σου ειναι πανω μου.
Δεν ακουσα ποτε την φωνη σου, μα τωρα αυτη με ξεκουφαινει.
Νιωθω το κορμι μου να απομακρυνεται απο εσενα, απο την αδεια πολη και απο εμενα.
Φτανει ψηλα, αναμεσα και πανω απο τα συννεφα.
Και εκει σταματα. Δεν κινειται αλλο πια. Σαν να σταματησε ο χρονος, να χαθηκε, να πηγε μακρια.
Δεν μπορω να συνηθισω στο κενο, και ομως η απουσια σου με γεμιζει.
Μενω εδω, να κοιταζω την αδεια πολη απο ψηλα.
Μενω εδω που το κενο κραταει χιλια χρονια.



10 Οκτωβρίου 2013

Κενός λόγος.

Πότε δεν ήμουν κάλος στα λόγια.
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου. 
Χόρτασα μάλλον από τα λόγια των ανθρώπων. 
Λόγια που μιλάνε για αγάπη, για όνειρα, για φιλία, για πράγματα που ποτέ δεν μπόρεσαν να σπάσουν το φράγμα της φαντασίας και να γίνουν πραγματικότητα, γεγονότα και πράξεις. 
Λέξεις που ειπώθηκαν από χείλια στεγνά. 
Λόγια που ειπώθηκαν σε στιγμές που η λύπηση πήρε την θέση της συμπόνιας.
Μια ζωή μέσα σε λόγια κενά. Μια ζωή μέσα στο κενό. 
Ότι μεγαλώνει στο κενό η στην μοναξιά λένε γίνεται άγριο.
Τα λόγια δεν είναι ποτέ αρκετά. 
Τα λόγια ποτέ δεν σήμαιναν πολλά.
Γιαυτό και εγώ σταμάτησα να μιλάω. Σταμάτησα να λέω τι με ενοχλεί, τι μου αρέσει, τι θέλω, τι δεν θέλω. Σταμάτησαν οι σκέψεις μου να γίνονται λόγια. Και έδωσα την θέση τους στις πράξεις. Πολλές από αυτές σωστές, περισσότερες από αυτές λάθος. Πολλές από αυτές δεν έγιναν όπως τις είχα σχεδιάσει. Πότε όμως τα πράγματα έρχονται έτσι όπως τα έχουμε σκεφτεί; Κάπως έτσι σταμάτησα να μιλάω. Κάπως έτσι τα λόγια που δεν είπα γίνανε πράξεις, που άλλοτε έφερναν πόνο και άλλοτε χαρά. 
Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να καταλάβουμε τι πονάει περισσότερο,
τα λόγια που ειπώθηκαν ή οι σκέψεις που έγιναν πράξεις; 
Από την άλλη όμως ίσως να μην μπορούμε, ίσως και να μην θέλουμε να καταλάβουμε.
Είναι ωραία η άγνοια όταν δεν σου προκαλεί πόνο.
Είναι ωραιότερη όμως όταν υπάρχει η πλήρης συνείδηση του λάθους και του σωστού.
Όταν όμως έρθει η στιγμή και καταλάβεις τα λάθη σου, 
τότε θα παρακαλάς την άγνοια να γίνει η καλύτερη σου φίλη, για να μην πονάς.
Όμως αυτή δεν θα είναι εκεί. 
Θα σε έχει εγκαταλείψει όπως εγκατέλειψε και εμένα.
Και μέσα σε μια στιγμή θα δούμε όλα τα λάθη μας να μας κοιτούν κατάματα.
Και το μόνο που θα έχουμε να μας κρατάει συντροφιά μέσα στο κενό, στα λόγια, 
στα πρόσωπα, στις πράξεις στα λάθη και στις σκέψεις μας, θα είναι ο πόνος.
Ο πόνος που από την αρχή μόνοι μας γεννήσαμε.
Γιατί φταίει που δεν μάθαμε να είμαστε καλοί στα λόγια.



9 Οκτωβρίου 2013

Σε μια κουταλιά νερό.

Εχουν κατι ομορφο αυτες οι μερες που ξεκινανε και τελειωνουν με βροχη.
Ενα συναισθημα που δεν μπορεις να περιγραψεις με λογια και ομως σε γεμιζει.
Αυτη την βροχη ζητας.
Την ζητας σαν να εχεις περασει καιρο πολυ στη ξηρασια της ερημου, την ζητας σαν απελπισμενος ταξιδιωτης που κουραστηκε να περιπλανιεται στο πουθενα. Την ζητας σαν το γαλα που ζητουσες απο την μαμα σου οταν ησουν μικρος. Νομιζεις πως αν βραχεις με το νερο της ολα τα προβληματα σου θα λυθουν, θα λυτρωθεις απο τις σκεψεις και απο τα συναισθηματα που πλημμυριζουν το μυαλο σου.
Ομως οσο και αν θες να βγεις εκει εξω και να βραχεις μεχρι το κοκκαλο κατι σε κραταει μεσα στο σπιτι. Στην ζεστασια της σιγουριας σου. Καθεσαι απλα και την βλεπεις απο το μικρο σου παραθυρο. Μπορεις να την μυρισεις. 
Και εκει που μια μυρωδια σε γεμιζει, αρχιζεις και κλαις.
Χωρις να ξερεις το γιατι.
Μαλλον φοβασαι.
Φοβασαι πως τα προβληματα και οι εγνοιες σου και οι σκεψεις σου δεν θα φυγουν απο το κεφαλι σου, αλλα θα βαρυνουν απο την βροχη και θα σε κανουν να πεσεις στην γη. Φοβασαι πως η βροχη θα σε πονεσει, φοβασαι πως μολις ακουμπησει το δερμα σου, αυτο θα αρχισει να καιγεται. Και οσο πιο πολυ φοβασαι τοσο πιο πολυ αυτη θα δυναμωνει.
Φοβασαι πως θα πνιγεις απο το πολυ νερο. 
Ετσι γινεται ομως.
Ολοι μας πνιγομαστε σε μια κουταλια νερο.


20 Σεπτεμβρίου 2013

Το αγορι απο το πουθενα

Ηταν χειμωνας ξανα και εκεινος ηταν ολομοναχος.
Μονος, χωρις καμια συντροφια, περα απο τις φωνες που ακουγε παντου ολογυρα.
θυμοταν καποιους ανθρωπους. Θυμοταν αυτους που ηρθαν, αυτους που εφυγαν, θυμοταν επισης αυτους που ειχαν φυγει πριν ερθουν κοντα του. Δεν θυμοταν κανεναν ακριβως.
Θυμοταν μονο μια μερα που σκεφτηκε "ΕΙμαι Ολομαναχος. Δεν υπαρχει αλλος εκτος απο μενα". 
Ζουσε στο σκοταδι. Εμαθε τον εαυτο του να περπαταει στο φως, αν και δεν ηταν ευκολο. Για ενα διαστημα τον πονουσε, τον αρρωσταινε.
Περιπλανηθηκε πολυ. Ετσι του ειχε πει μια φωνη στο κεφαλι του. Καποιες μερες ομως δεν πηγαινε πουθενα. Καποιες μερες ηταν χρονια. Ζουσε εδω και εκει, με αυτους και με εκεινους με αυτους που ηρθαν, αυτους που εφυγαν, με αυτους που ειχαν φυγει πριν ερθουν κοντα του και, τελικα, με κανεναν.

Οι εποχες αλλαζαν. Εκαναν κυκλους, ερχονταν περνουσαν και ξαναερχονταν, ξανα και ξανα. 
Εκανε κρυο, και υστερα δεν εκανε.
Οι νυχτες ηταν ατελειωτες και υστερα δεν ηταν.
Που και που ετρωγε. Προσπαυθουσε να ταισει την ψυχη του παρα το σωμα του.
Για ενα διαστημα ειχε τον ωκεανο διπλα του, απεραντο και γκριζο, και μια παραλια γεματη πετρες λειασμενες απο το νερο, και ψηλα πευκα που απλωναν τα μακρια χερια τους πανω απο την επιφανεια του νερου.Την νυχτα εβλεπε τα αστερια να κινουνται, παρακολουθουσε την Σεληνη να ξεπροβαλλει ορμητικη και υστερα να βουταει στην θαλασσα. 

Αυτη την φεγγαρολουστη νυχτα, οταν ειχε περασει πολυς καιρος που ηταν ολομοναχος, χωρις ουτε ενα φιλο στον κοσμο αν του κρατησει συντροφια σκεφτηκε "Ελατε εδω..."
Ηρθαν. Πρωτα ενας, υστερα ενας δευτερος ολο και περισσοτεροι. "Ελατε κοντα μου..."
Ξεπροβαλαν μεσα απο τις σκιες. Επεσαν απο τον ουρανο και απο ολα τα ψηλα μερη ολογυρα, και συντομα ηταν αμετρητοι. Στριμωχτηκαν ολογυρα του με τα ονειρευομενα προσωπα τους. Τους αγγιξε, τους χαιδεψε και δεν ενιωθε πια μονος.

Ρωτησε "Εμεις ειμαστε ολοι; Γιατι δεν εχω δει κανεναν, ουτε αντρα ουτε γυναικα εδω και πολλα χρονια. Δεν υπαρχει αλλος εκτος απο μενα;"  Αλλα οσο και αν ρωτουσε Δεν ειχαν να του δωσουν την απαντηση, μοναχα τον κοιταζαν με αυτο το κενο βλεμμα, αδειο απο ψυχη και σκεψη και συναισθημα.
"Πηγαινετε τωρα" σκεφτηκε και εκλεισε τα ματια του. Κι οταν τα ανοιξε, ειδε πως ηταν παλι μονος.
Ετσι εφυγε τρεχοντας απο εκεινο το μερος. Αρχισε να τρεχει και δεν σταματησε ποτε.

23 Αυγούστου 2013

Take Me Somewhere Nice

Θελω να με πας εκει που τελειωνει ο κοσμος. 
Εκει που η γη αγκαλιαζει τον ουρανο και η θαλλασα ακουμπα την στερια.
Εκει που η μερα κρατα οσο και η νυχτα και το χρωμα στον ουρανο 
ειναι τοσο γλυκο που σε κανει και κλαις. Εκει που το ονειρο συναντα την πραγματικοτητα. 
Εκει που βρεθηκαμε την πρωτη φορα. 
Εκει που συναντιουνται πρωτη φορα ολοι οι ανθρωποι
δυο φιλοι, δυο εραστες, εκει που μια μητερα συναντα για πρωτη φορα το παιδι της. Εκει που ο χρονος σταματα και εγκλωβιζεται σε μια γυαλινη κλεψυδρα και κυλα αργα. 
Εκει που κανενας φοβος και κανενας εφιαλτης δεν μπορει να μας βλαψει. 
Εκει που ολες οι ομορφες ιστοριες και τα παραμυθια δεν τελειωνουν. 
Εκει που εσυ, εγω και ολοι μας ειμαστε μερικα, τοσα δα μικρα, αστερια μπροστα στην ακρη, στην ακρη του συμπαντος. Και εκει στην ακρη, δεν φοβασαι πια. 
Εκει στην ακρη μπορεις και παλι να ζησεις. Μπορεις να δεις οτι σου ελειπε, οτι ηταν μπροστα στα ματια σου και δεν μπορουσες να δεις. 
Εκει που το τωρα μοιαζει αιωνιο και το αυριο μοιαζει με ιστορια. 
Και αν ποτε ξεχασεις τον δρομο για να βρεθεις εκει που τελειωνει ο κοσμος, απλα κλεισε τα ματια σου και αφησου. Ασε το σκοταδι που βλεπεις να γινει φως
Ασε τις ομορφες σκεψεις να σε πλημμυρισουν, και κλεισε τις ασχημες σε ενα στεγανο δωματιο, κλεισε την πορτα και κρυψε το κλειδι. Τοτε θα δεις το χρωμα αυτο στον ουρανο που θα σε κανει να κλαψεις. 

Και σε παρακαλω, οταν το δεις και κλαψεις για ωρα απο ευτυχια, 
υποσχεσου μου πως θα ερθεις να μου θυμισεις και εμενα τον τροπο να το δω. 
Πηγαινε με εκει που τελειωνει ο κοσμος και αρχιζει η ζωη.
                           
                                                             


19 Αυγούστου 2013

One way please.

Η αποσταση μεγαλωσε και αλλο.
Μην μου πεις πως δεν το βλεπεις.
Χαθηκαμε μαλλον και εμεις στην διαδρομη.
Σταματησαμε να παρουμε μια ανασα και ξεχασαμε να συνεχισχουμε.
Μα τα πνευμονια μας τωρα που πνιγονται απο οξυγονο, εμεις χαθηκαμε.
Τι να το κανεις το οξυγονο οταν δεν μπορεις να το ξοδεψεις σωστα;
Η σταση μας κρατησε μερες, βδομαδες, μπορει και χρονια.
Το οξυγονο τωρα μας σκοτωνει αντι να μας δινει ζωη.
Τωρα που ειμαστε χαμενοι στον χωρο και στον χρονο το τελος ειναι πιο γρηγορο.
Πιο γρηγορα απο τον χρονο, πιο γρηγορο απο εμενα και εσενα.
Κανε μια προσπαθεια και γυρνα να με βρεις.
Εδω ειμαι ακομα, δεν χαθηκα.
ΕΙμαι εδω που με αφησες και ακομα ξεκουραζομαι.
Το οξυγονο ομως μαζευτηκε πολυ και τα δικα μου τα πνευμονια δεν αντεχουν.
Εγω, δεν αντεχω στο πολυ.

Χωρις επιστροφη.
Ταξιδι για εναν.
Παντα ενας ο προορισμος, παντα ενας και ο ταξιδιωτης.
Πιο ταξιδι φτιαχτηκε στην ζωη για 2;
Κανενα. Μοναχα μερικες μικρης διαρκειας "εκδρομες".
Μια βολτα γυρω απο τα γνωστα και παλι πισω.
Μα εσυ εκλεισες εισιτηριο χωρις επιστροφη. Εφυγες και δεν θα γυρισεις.
Η αποσταση μεγαλωνει και αλλο καθως απομακρυνεσαι.
Αν ηξερα πως θα γινοταν ετσι θα σου εκανα εγω δωρο αυτο το εισιτηριο.
Ενα εισιτηριο χωρις επιστροφη, για εναν επιβατη με αγνωστο προορισμο.
Ποτε δεν ηξερα που ηθελες να πας.
Τωρα ξερω.
Καπου μακρια απο μενα.
Μα σαν χορτασεις απο το αγνωστο και θελεις να γυρισεις βρες τροπους,
χτισε γεφυρες και ελα να με ξαναβρεις.
Θα ειμαι εκει ακριβως που με αφησες, εκει που χαθηκαμε,
εκει που σταματησαμε για να ξεκουραστουμε,
Ακομα και αν φυγεις ακομα και αν τελικα επιλεξεις να μεινεις
να ξερεις πως θα ειμαι εκει που παντα με αφηνες.
Ενα βημα πιο πισω.




17 Αυγούστου 2013

2. Το αντιο

Το δωματιο ειναι παλι σκοτεινο.
Στο κεντρο του μονο βρισκεται ενα τραπεζι με δυο καρεκλες.
Εκεινος καθεται απεναντι μου καπνιζοντας ενα τσιγαρο. Εχει καπνισει πολλα τσιγαρα απο την ωρα που ηρθε εδω. Δεν μιλαει, μοναχα με κοιταει και κανει το ενα τσιγαρο πισω απο το αλλο. Το προσωπο του δεν φαινεται καθως το φως δεν ειναι αρκετο. Το βλεμμα του ειναι τοσο διαπεραστικο που το νιωθω να περναει απο μεσα μου και να τρυπα τον τοιχο πισω μου.
Καθομαστε ετσι για ωρες μα δεν λεμε κουβεντα. Τον ακουω να μιλαει μεσα στο κεφαλι μου, να κανει την μια ερωτηση πισω απο την αλλη. Ειναι ο δεκτης και εγω ειμαι ο πομπος. Δεν αντιδρα σε καμια απαντηση μου. Δεν ξαφνιαζεται απο κανενα μυστικο. Ειναι λες και ξερει καθε λεξη που θα πω, πριν την πω.
Σταματαω να μιλαω και εκεινος αναβει ακομα ενα τσιγαρο. Βολευεται καλυτερα στην καρεκλα του και γερνει προς το μερος μου. Και το βλεμμα του ειναι σκοτεινο σαν το δωματιο.
"Ωραια. Αυτα που ηθελα να ακουσω, η μαλλον αυτα που ηθελες να μου πεις τα ειπες. Δεν νομιζω να χαρηκες και πολυ που με ειδες ομως. Η μαλλον ξαφνιαστηκες με τον τροπο με τον οποιο ηρθα σε εσενα, αλλα ηταν καιρος να το κανω. Βλεπεις εσυ δεν με εψαξες ποτε. Ετσι αποφασισα να ερθω εγω να σε βρω. Οταν δεν παει ο Μωαμεθ στο βουνο παει το βουνο στον Μωαμεθ. Δεν ηρθα για να μεινω. Ηρθα απλα να δω τι κρυβεις εδω, η καλυτερα να δω που κρυβεσαι. Ωραιο το σκοταδι ε; Ποσο καιρο εισαι εδω μεσα; Λογικα αρκετο για να μην με ψαξεις τοσα χρονια. Τι κριμα που χανεις τον κοσμο εξω απο αυτο το σκοτεινο δωματιο ομως. Τι κριμα που δεν μπορεις να βγεις εκει εξω και να ζησεις. Δεν με εψαξες ποτε, αν το εκανες ολα θα ηταν αλλιως. Μην απορεις για το που βρισκομουν. Εσυ δεν με ηθελες διπλα σου. Υπαρχω πριν απο εσενα να ξερεις. Εκει την στιγμη που οι γονεις σου εκαναν ερωτα για να ερθεις στην ζωη εσυ. Ημουν εκει οταν τα παιδια στο σχολειο δεν σε επαιζαν και σου κρατουσα συντροφια. Ημουν εκει, στην ταρατσα του σπιτιου σου οταν κοιτουσες το κενο και σε κρατησα απο τον ωμο για να μην κανεις το βημα. Και μετα απλα με εδιωξες. Εκανες πως δεν με ηξερες. Πως δεν ζησαμε τιποτα μαζι. Μεσα σε ενα βραδυ με απαρνηθηκες και με εδιωξες μακρυα. Με εκλεισες σε ενα κουτι καπου στα βαθυ του μυαλου σου και δεν με αφησες να βγω ποτε. Μεχρι τωρα. Που η ψυχη σου η ιδια με αφησε ελευθερο. Ηρθα απλα να σου πω αντιο, και οχι εις το επανιδειν.
Ηρθε η ωρα να φυγω, και ξερω πως δεν θα σου λειψω. Ηρθα απλα να σου πω οτι ηταν ωραια, εκει στο μικρο κουτι, που με ειχες κλεισμενο. Μπορεσα και σε εμαθα. Οχι εσενα, οχι τον ανθρωπο που εχω μπροστα μ αυτη την στιγμη που τρεμει ακομα και την σκια του, αλλα αυτο το παιδι που εχεις χασει, και εχει κρυφτει βαθια στο απειρο του κοσμου σου. Γιαυτο ενα πραγμα θα σου πω και βαλτο καλα στο μυαλο σου. Φροντισε να βρεις εκεινο το παιδι, καντο να σε αγαπησει, αγαπησε το και εσυ, αστο να σε μαθει να ζεις."
Σηκωθηκε αργα, πεταξε το τσιγαρο του στο πατωμα και μου γυρισε την πλατη του βαδιζοντας προς την εξοδο. Ανοιξε την πορτα και πριν χαθει στο λευκο φως που εμπαινε απο την ανοιχτη πορτα γυρισε πανω απο τον ωμο του και μου ειπε "Αντιο, και ελπιζω οταν σε ξαναδω να δω εκεινο το παιδι στα ματια σου. Καληνυχτα" και υστερα το δωματιο σκοτεινιασε ξανα. 

15 Αυγούστου 2013

1. Η γνωριμια

Συνηθισα το σκοταδι.
Τη μυρωδια του, την αισθηση του. Η παρουσια του μονο με γεμιζει. Μπορω πλεον να κινουμαι πολυ ευκολα μεσα του, σαν να υπαρχει τοσο φως οσο και αυτο που λειπει. Ενας κοσμος γεματος σκοταδι. Και ομως εκει μπορεις να δεις πιο καθαρα απο οτι στο φως. Ολες οι αισθησεις ειναι σε ετοιμοτητα να αντιληφθουν το παραμικρο γυρω σου. 
Και εκει ειναι που τον ανακαλυπτεις. 
Μια πορτα ανοιγει ξαφνικα και το φως με τυφλωνει, προσπαθω να προσαρμοστω στο φως που ποναει τα ματια μου. Το μονο που μπορω να δω ειναι μια φιγουρα να βρισκεται στον ιδιο χωρο μαζι μου. 
Η πορτα κλεινει, και το δωματιο βυθιζεται παλι στο σκοταδι. Τωρα ξερω πως καποιος υπαρχει στο δωματιο και το γεγονος οτι μπορει να ειναι ενας αγνωστος με τρομαζει. Ψηλαφιζω τον τοιχο και κουρνιαζω στην πρωτη γωνια που συνανταω. Ακουω τα βηματα του να με ψαχνουν στον χωρο, χωρις ομως να φωναζει το ονομα μου που το ξερει ηδη. Μπορω να μυρισω την μυρωδια της σαρκα του. Κατι μου θυμιζει αλλα δεν μπορω να καταλαβω τι. 
Τον νιωθω να ερχεται ολο και πιο κοντα μου. Προσπαθω να δω το προσωπο του μα δεν μπορω. Το σκοταδι που ηταν ο καλυτερος μου φιλος τωρα εγινε ο εχθρος μου. Μονο οι αισθησεις μου ειναι ακομα εδω. Το μυαλο μου σταματαει. Στο στομα μου δεν μπορει να αρθρωσει λεξη. Τα ματια μου πλεον κοιτανε στο κενο για να δουν αυτο που δεν θελω. 
Μπορω να μυρισω την ανασα του. Βρισκεται ακριβως μπροστα μου, και ομως αν ηθελε να μου κανει κακο θα το ειχε κανει απο την αρχη. Ομως, οχι. Το νιωθω. Καθεται ακριβως μπροστα μου και με παρακολουθει. Δεν κανει τιποτα αλλο εκτος απο το να με κοιταει, και ειμαι σιγουρος πως ενα ειρωνικο χαμογελο εχει σχηματιστει στα χειλια του. Το ευχαριστιεται που δεν μπορω να τον δω. 
Που υπαρχει και δεν ξερω ποιος ειναι. Που εχει το πανω χερι. 
Η φιγουρα του τωρα ειναι ακομα πιο σκοτεινη. Το προσωπο του δεν φαινεται. Μα ειναι ακριβως μπροστα μου. Τον ακουω να πλησιαζει και αλλο και το σωμα μου παραλυει.
Με πλησιαζει τοσο που το μαγουλο του ακουμπα το δικο μου και το σωμα μου αντιδρα λες και χτυπηθηκε απο κεραυνο. Με πλησιαζει και αλλο και μου ψιθυρίζει στο αυτι, με μια φωνη που θα επαιρνα ορκο πως ηταν και η δικη μου,
"Γεια σου Δημητρη, νομιζω ξερεις ποιος ειμαι, και τωρα ηρθε η ωρα να με αντιμετωπισεις.,.."




                       

14 Αυγούστου 2013

Οταν κατι χαθει.

Σημερα ο ηλιος δεν βγηκε απο την ανατολη αλλα απο την δυση.
Σημερα το πρωι κατι μεσα μου δεν ξυπνησε μαζι μου.
Κατι αλλαξε. 
Κατι χαθηκε.
Το πρωι ο καφες δεν ηταν γλυκος οση ζαχαρη και αν εβαλα. 
Κανενα τραγουδι δεν ηταν ίδιο, και ας το ειχα ακουσει χθες. 
Ο χρονος εφυγε γρηγορα παρολο που δεν εκανα και πολλα.
Οι σκεψεις μου ειναι σε πληρη αταξια. Το μυαλο μου επισης.
Η καρδια εδω και καιρο ειναι ακαταστατη. 
Δεν ειναι αυτο ομως που αλλαξε. 
Το φως με ενοχλει, οι δυνατες φωνες με ενοχλουν, 
οι ανθρωποι, οι μυρωδιες, τα συναισθηματα, τα λογια, οι πραξεις. 
Ακομα και η σιωπη που καποτε ηταν φιλη μου τωρα με ενοχλει.
Με ενοχλεις εσυ
αυτος 
αυτη
ο ταξιτζης που του εκανα σημα να σταματησει και δεν σταματησε
ο περιπτερας που του ειπα καλημερα και δεν μου απαντησε
και η αίσθηση της απωλειας περισσοτερο απο ποτε.
Αυτο το κενο που κανεις δεν μπορει να στο αναπληρωσει. 

Με ενοχλει που χαθηκε η μαγεια!

24 Ιουλίου 2013

Αποβιβαση


Σημερα το πρωι ο κοσμος σταματησε να γυρνα.
Σταματησε να γυρνα γυρω απο τον αξονα του.
Εγω, εγω ειχα σταματησει πριν καιρο να φερνω βολτες γυρω απο τον εαυτο μου.
Σταματησα να ονειρευομαι. Σταματησα να θυμαμαι, σταματησα να επιθυμω, να βλεπω ονειρα, να γελαω οπως πριν,σταματησα να σε σκεφτομαι, σταματησα να σε κοιταω.
Ενα κοσμος ολοκληρος σταματησε και ο μονος που κινειται ειμαι εγω. Περιπλανιεμαι χωρις να ξερω που παω. Κανω πραγματα μηχανικα σαν ενα ρομποτ που το εχουν προγραμματισει να ξυπνα και να κοιμαται μια συγκεκριμενη ωρα. Χωρις λογικη και αισθηση. Καμια απο της 5 αισθησεις δεν λειτουργει. Χαλασαν μια μια στην πορεια. Οπως χαλανε ολα. Ενα παιχνιδι, μια τηλεοραση, ενα αυτοκινητο, μια ζωη, μια σχεση. Τιποτα δεν ειναι προγραμματισμενο να λειτουργει για παντα. Ολα καποια στιγμη σταματουν να εχουν αξια. Γιαυτο σταματησε και ο κοσμος να γυρνα. Κουραστηκε. 
Ο κοσμος σταματησε να γυρνα.
ΚΑι τωρα ολα ειναι πιο καθαρα, πιο ησυχα πιο αληθινα. 

10 Ιουλίου 2013

Το τελος μιας εποχης

Τα βραδια πλεον ειναι ηρεμα. Δεν ερχεσαι πια. 
Αντι για σενα ερχονται ξανα τα ονειρα που εκανα παλια. 
Δεν ξερω γιατι. Δεν ξερω γιατι σταματησες να ερχεσαι. 
Καλυτερα ομως, θα μαθω να ζω και χωρις εσενα. 
Δεν θα ειναι δυσκολο. 
Θα μαθω να μην περιμενω τα βραδια να φανεις. 
Θα μαθω να κοιμαμαι νωρις για να μην σκεφτομαι. 
Θα μαθω να μην ελπιζω στο αβεβαιο.
Θα συνηθισω γρηγορα στην απουσια σου. Αφου παντα με αυτη ζουσα. 
Ειχα καιρο να δω καποιο ονειρο που να μην εισαι μεσα του και εσυ. 
Αλλα τα ονειρα μου τωρα αλλαξαν. 
Εγιναν πιο ζωντανα, πιο ομορφα. Πιο αληθινα. 
Οχι επειδη δεν βρισκεσαι μεσα σε αυτα. Οχι, οχι. 
Απλα ξερω πως τα οενιρα που θα βλεπω απο εδω και περα ισως καποια μερα πραγματοποιηθουν. 
Δεν θα ακουω τα τραγουδια που σε θυμιζουν. 
Θα ψαξω να βρω καινουργια, η θα ακουσω αυτα που ακουγα παλια. 
Δεν θα πηγαινω σε μερη που πηγαιναμε μαζι. 
Θα βρω καινουργια στεκια που να μην εχουν τα αποτυπωματα σου. 
Δεν θα αφησω να περασει μια μερα χωρις να βρισκομαι διπλα μου. 
Διπλα μου μπορω να ειμαι μονο εγω. 
Νομιζω πως εχω την δυναμη. 
Ολον αυτον τον καιρο ζουσα στην σκια σου. 
Νομιζω πως ηρθε η στιγμη να αγαπησω και την δικη μου σκια.
 
Ειναι ωραιο οταν μια εποχη φτανει στο τελος της. 
Ξερεις, μετα τον Χειμωνα ερχεται η Ανοιξη. 
Ετσι και η δικη μας εποχη τελειωνει.... 
Ισως τα ξαναπουμε. Αλλα μεχρι τοτε να ντυνεσαι καλα, γιατι εκει εξω φυσαει αδιαφορια. 

8 Ιουλίου 2013

Ετσι ειναι οι ανθρωποι...

Ενα πραγμα προσπαθει να μας μαθει η ζωη απο τοτε που γεννιομαστε.
Οτι ο ανθρωπος ειναι προορισμενος να φευγει και να επιστρεφει οποτε θελει εκεινος. Δεν του αρεσουν τα ορια και τα συρματοπλεγματα. Δεν αρκειται στα λιγα και δεν ηρεμει εχοντας πολλα.
Οταν φευγει, συνηθως, ξεχναει απο που ξεκινησε και δεν ξερει ποτε που παει. Απλα τρεχει παντα για να προλαβει κατι. Τον χρονο, την ζωη, τον ερωτα, τα ονειρα του ισως. Ουτε και ο ιδιος ξερει. Δεν σταματα πουθενα. Ακομα και αν κουραστει δεν θα σταματησει. Θα συνεχισει μεχρι να πεσει κατω και να μην μπορει να παρει ανασα. 
Απο την αλλη ειναι και εκεινοι που θα ειναι παντα εδω. Και αν δεν ειναι εδω, διπλα σου δηλαδη, θα ειναι λιγο πιο κει. Αλλα εσυ δεν θα μπορεις να τους δεις. Θα καθονται σε μια γωνια και θα σου δινουν οσα εσυ ζητας. Θα σου λενε που να πας οταν χανεις τον δρομο. Και θα σε ακολουθουν οπου και αν πας. Ειναι εκει, οταν εισαι παιδι και σου μαθαινουν να περπατας. Ειναι εκει, οταν μεγαλωσεις και θα σου δινουν συμβουλες. Παντα θα ειναι εκει.
Συναντησα πολλους ανθρωπους. 
Οι μισοι εφυγαν και ξεχασαν τον δρομο της επιστροφης και οι αλλοι μισοι ειναι εδω, δεν εφυγαν ποτε, αλλα ακομα και αν εφυγαν συνεχιζουν να ειναι εδω. Πολλοι ειναι αυτοι που ειναι εδω, και ομως, ταξιδευουν αλλου, η μπορει να σχεδιαζουν το επομενο ταξιδι τους, μακρυα μου. Αλλα ετσι ειναι οι ανθρωποι. Ειπαμε, ειναι προορισμενοι να φευγουν, και οσο πιο γρηγορα το καταλαβεις τοσο πιο γρηγορα θα συνηθισεις την απωλεια. Και οταν μαθεις να ζεις χωρις την παρουσια τους, θα καταλαβεις οτι θα τους κουβαλας μαζι σου, για παντα, σε αυτο που εχουμε ολοι και λεγεται μυαλο, ειτε εφυγαν, ειτε περασαν, ειτε ειναι ακομα εδω, ειτε ξεκουραστηκαν διπλα σου.
Χιλιαδες λεξεις δεν φτανουν για αυτους.
Ενα πραγμα προσπαθησε να μου μαθει και εμενα η ζωη και δεν τα καταφερε. 
Σκεφτομαι ομως πως καποιος λογος θα υπαρχει. 
Κατι δεν τους αρκουσε. Κατι αλλο θα εψαχναν και απλα ξεκουραστηκαν για λιγο εδω, διπλα μου.
Σκεφτομαι ομως οτι και εγω ανθρωπος ειμαι, και ετσι τα ξεχναω ολα. 
Ισως καποια μερα φυγω και εγω. Ισως ξεχασω ποιον συναντησα σε αυτο το ταξιδι.  Ισως χαθω και εγω στην πορεια. Ισως συναντηθω ξανα με ολους τους ανθρωπους που ηταν περαστικοι και χαθηκαν.
Ετσι ειναι οι ανθρωποι, ταξιδευουν, ταξιδευουν, ταξιδευουν μεχρι να χαθουν, εκει που τα ονειρα και η πραγματικοτητα συναντιουνται...

 



29 Μαΐου 2013

Παμε μια βολτα μεχρι το φεγγαρι;

Κλεισε τα ματια σου και ακολουθησε με.
Δεν θα ερθει κανεις μεχρι το φεγγαρι.
Εκει θα ειμαστε μονο εγω και εσυ, και θα κοιταμε το απεραντο κενο.
Περα μακρυα θα βλεπουμε μονο που και που μερικα αεροπλανα να πετουν.
Πηγαινοντας που, αναρωτιεσαι.
Ποτε δεν θα μαθεις.
Εδω πανω υπαρχουν μονο το φεγγαρι, εσυ και το κενο.
Και ομως εγω δεν βλεπω τιποτα.
Μοναχα εσενα.
Κλεισε τα ματια σου και ακολουθησε με χωρις να κουνηθεις.
Αυτο το μερος εδω ειναι δικο μας.
Και θελω να το θυμασαι.
Εγω παντα θα το θυμαμαι.
Μην φοβασαι.
Δεν θα ερθει κανεις μεχρι να φυγουμε.
Κανεις δεν θα μπορεσει να μας δει.
Και να σου πω γιατι;
Γιατι δεν φαινομαστε πια. Μονο υπαρχουμε.
Αισθανομαι σαν να σε γνωρισα χθες η σαν να σε ξερω απο τοτε που θυμαμαι τον εαυτο μου.
Με μπερδευεις. Παντα με μπερδευες.
Γιατι με θυμασαι μονο οταν με βλεπεις.
Οταν δεν με βλεπεις με ξεχνας.

Αγαπωντας ενα φαντασμα

Σε ονειρευομαι τοσο που σχεδον χανεις την πραγματικοτητα σου.
Αραγε θα βρω καποτε τον χρονο και την δυναμη να διωξω και το πραγματικο κορμι σου?
Σε ονειρευτηκα τοσο που τα χερια μου, συνηθισμενα να αγκαλιαζουν τον ισκιο σου, θα φανουν πολυ μικρα για να τυλιχτουν γυρω σου και μπροστα σε αυτο το κατι που με βασανιζει καιρο και με εξουσιαζει χρονια, θα μεινω μαλλον μια μικρη σκια.
Ο ερωτας κυλαει και φευγει σαν τα νερα του ποταμου.
Φευγει ο ερωτας, η ζωη ομως ειναι αργη και βιαιη.
Σαν τις ελπιδες.
Περνουν οι μερες, περνουν οι βδομαδες σαν να μην εχει περασει καθολου ο χρονος.
Σαν να ξυπνω απο το ονειρο και εισαι διπλα μου.
Σαν να ησουν απο παντα εδω και να μην εφυγες ποτε.
Συνηθιζα να σε ονειρευομαι τοσο συχνα που κοιμομουν και ξυπνουσα στο πατωμα.
Εκθετω τον εαυτο μου σε ολες τις πτυχες της ζωης, του ερωτα και εσενα.
Θελω απλα να ξερεις οτι σε ονειρευτηκα πολυ.
Περπατησα μαζι σου, μιλησα μαζι σου, κοιμηθηκα με το φαντασμα σου
και παρολο που ηταν φαντασμα και σκια εκατο φορες περισσοτερο σε αναζητουσα. 

11 Μαΐου 2013

Το κοριτσι στον τοιχο

Ειναι ωραιο να βγαινεις βολτες στους ερημους δρομους το βραδυ.
Ειναι ολα τοσο ησυχα τοσο διαφορετικα. Ξεκουραζονται απο ολες τις δυσκολιες και την φασαρια της μερας. Ηρεμουν. Και μαζευουν δηναμεις για την επομενη μερα. Ποσο δυσκολο θα πρεπει να ειναι? Να κανεις το ιδιο πραγμα καθε μερα. 365 μερες τον χρονο. Μπα, τι το σκεφτομαι ποτε δεν θα μαθω ετσι και αλλιως.
Εγω απλα ειμαι ενας νυχτερινος λαθρεπιβατης, που περναει απο τα ηρεμα σοκακια και ταραζει τον υπνο τους με τα βαρια μου βηματα. Και ομως δεν ενοχλω. Συνεχιζουν να μαζευουν δυναμεις για την επομενη μερα. Δεν τους ενοχλει ενας ασημαντος περαστικος.
Και ετσι συνεχιζω και εγω τον δρομο μου. Το βραδυ ολα ειναι ησυχα. Και παρολο που δεν ειναι κανεις να περπαταει στον δρομο, μπορεις να μυρισεις τα αρώματα τους. Ειναι ακομα εδω να μου πουν οτι καποιος περασε απο εδω τρεχοντας να παει στην δουλεια του, καποιος ετρωγε παγωτο με την κοπελα του, οτι καποιος ειχε κατσει στο πιο διπλα παγκακι και κοιταζε απλα ολους τους υπολοιπους.
Παω και καθομαι στην θεση εκεινου που απλα παρατηρουσε.
Ξερω ομως οτι εκεινος μεσα στον γεματο δρομο δε εβλεπε αυτο που βλεπω τωρα εγω.
Στον απεναντι τοιχο ειναι ζωγραφισμενη μια κοπελα με μαυρα μαλλια που μου χαμογελαει. Αυτη την ομορφια ειμαι σιγουρος πως δεν την ειδε αυτος που καθοταν το πρωι στην θεση που καθομαι εγω τωρα. Την βλεπω να με κοιταει στα ματια και ενα χαμογελο να ειναι ζωγραφισμενο στα χειλη της.. Πιανω τον εαυτο μου να της χαμογελαει και για μια στιγμη νομιζω οτι μου σαλεψε και εμενα. Οπως ολου του κοσμου αλλωστε. Το βλεμα της ειναι σταθερο και καθαρο. Το νιωθω να με διαπερνα και να ψαχνει καθε μερος του μυαλου και της ψυχης μου. Χωρις να ξερω το γιατι μου θυμίζει κατι. Και αρχιζω να μιλαω να μιλαω να μιλαω να μιλαω. Και εκεινη ειναι εκει. Με το ιδιο βλεμα και το ιδιο χαμογελο. Μεσα σε 2 ωρες της εχω πει σχεδον την μιση μου ζωη.
Και εκεινο το χαμογελο στο προσωπο της δεν αλλαξε. Δεν εβγαλε αχνα, δεν με διεκοψε, δεν με εκρινε, δεν εκλαψε. Απλα με ακουγε.
Ο δρομος αρχιζει να γεμιζει φασαρια. Μεταλλικοι ηχοι και σειρηνες σπανε την ηρεμια της νυχτας και με κανουν να παρω απο πανω της το βλεμα μου. Εχει κιολας ξημερωσει. Το χρωμα του ουρανου αρχιζει σιγα σιγα να ανοιγει.
Την πλησιαζω και της δινω ενα φιλι στο μαγουλο.
Για μια στιγμη νομιζω πως πεταρισε τα βλεφαρα της, αλλα δεν μπορω να στο πω με σιγουρια.
Θα σε δω και αυριο, να με περιμενεις της φωναζω καθως απομακρυνομαι.
Το ξερω πως και αυριο θα ειναι εκει και θα με περιμενει.

ΥΓ. Αν την ψαξεις και εσυ καπου στους δρομους της Πατρας θα την βρεις. Κατσε και μιλησε της. Θα σε ακουσει...

10 Μαΐου 2013

3''

Αναβω ενα τσιγαρο και αφηνω τον καπνο να κανει τα ματια μου να δακρυσουν.
Ερχομαι προς το μερος σου και σε βλεπω να πηγαινεις πανω κατω.

Ξερω πως κατι σε προβληματιζει και αυτο το κατι μαλλον δεν το ξερεις ουτε εσυ. Ισως καποιος να ξερει. Εγω? Εγω δεν ειμαι καλος στις συμβουλες. Αλλα ενα πραγμα θα σου πω. Η ζωη ξερει.
Δεν ξερω ομως αν ξερει αυτα που εγω θελω να ακουσω.. Δεν ξερω αν πραγματικα την εμπιστευομαι αλλα εχω παραδοθει σε αυτο το ταξιδι. Την εχω αφησει να με παει οπου θελει αυτη. Δεν ξερω αν θα με βγαλει σε ολα αυτα που ονειρευτηκα και ζητουσα απο παιδι. Ποιος ξερει αλλωστε? Απλα αφεθηκα στα χερια της. Ολα λενε ειναι θεμα επιλογων. Ε και εγω λοιπον εκανα τις δικες μου. Οπως ο καθενας. Και κανεις δεν μπορει να μας κρινει για αυτο. Η ζωη ειναι σαν ενα τηλεπαιχνιδι απο αυτα με τις πολλες καμερες και τα φανταχτερα χρωματα που σε βαζουν να διαλεξεις αναμεσα στην κουρτινα 1, 2, 3 και 4 και στα κουτια Α, Β, Γ και Δ. Δεν ξερεις τι κρυβεται απο πισω και ομως ρισκαρεις να δοκιμασεις. Ειτε χασεις ειτε κερδισεις. Και αν νικησεις θα ειναι επειδη προσπαθησες πολυ. Και αν χασεις θα ειναι επειδη μαλλον δεν προσπαθησες πολυ.
Και οταν το πλατο σκοτεινιασει θα φυγουν ολοι.
Και τοτε θα βγεις στον δρομο να περπατησεις. Και ολα θα σου φαινονται αλλιως ακομα και αν εχεις χασει και δεν εχεις κερδισει τιποτα. Θα εχεις μονο τα τσιγαρα σου. Ποτε δεν σε εγκατελειψαν. Ηταν εκει απο την πρωτη στιγμη. Επερναν τα προβληματα σου μακρια οταν κανεις αλλος δεν μπορουσε. Θα περπατας στον δρομο αναζητωντας καποιον για να μοιραστεις τα τσιγαρα σου μαζι του. Και ομως θα αναρωτιεσαι αν τα τσιγαρα σου θα ειναι αρκετα ακριβα για να του κανουν. Θα σκεφτεσαι αν τα τσιγαρα σου ειναι αξια να τα καπνισει καποιος αλλος επειδη ειναι φτηνα.
Καταβαθος ομως δεν θα σε νοιαζει. Γιατι τα καπνιζεις εσυ. Ειναι επιλογη σου ακομα και το να καπνιζεις αυτα τα φτηνα τσιγαρα.
Και οταν το πακετο σου θα εχει τελειωσει και θα εχεις σβησει το τελευταιο τσιγαρο διπλα σου, θα ακουσεις μια φωνη να σου λεει "Για αποψε το ονειρο μου εισαι εσυ." και θα σου προσφερει ενα απο τα τσιγαρα του. θα κατσει διπλα σου και θα σου κανει ερωτησεις. Γιατι καθοσουν εκει, πιο ειναι το δικο σου ονειρο, με τι ασχολεισαι, γιατι μιλας τοσο πολυ. Οι απαντησεις θα σου βγαινουν τοσο αβιαστα. Θα λες τα ονειρα σου που ειχες οταν ησουν παιδι και τα ειχες ξεχασει τοσα χρονια επειδη δεν εγιναν πραγματικοτητα, θα πεις οτι σου αρεσει να περπατας το βραδυ γιατι ολα ειναι ησυχα και μαγικα κ εχεις χρονο να σκεφτεις,  θα πεις οτι δεν ασχολεισαι με τιποτα, παρα μοναχα με τα προβληματα των αλλων. Και τελος θα ζητησεις συγνωμη επειδη το να μιλας πολυ καμια φορα κουραζει. Θα χαμογελασει και τοτε θα ξεκινησεις παλι να μιλας. Για την ζωη, για τον ερωτα, γιατα βραδια που γυρνουσες μονο σου στο κεντρο, για αυτα που σκεφτηκες και ποτε δεν ειπες και για τα χρυσοψαρα που εχουν μονο 3 δευτερολεπτα μνημης.

Μολις τελειωσες τον κυκλο σου στην γυαλα.
Ενας επαναλαμβανομενος στροβιλισμος, ενα χαρουμενο τιποτα η καθημερινοτητα σου.
Παω στοιχημα πως δεν θυμασαι τιποτα απο αυτα που σου ειπα.
3 δευτερολεπτα ηταν αρκετα.


4 Μαΐου 2013

Αγωνας δρομου.

Ξεκινας.
Ξεκινας με το αυτοκινητο σου και βγαινεις στον δρομο. Στην αρχη πας σιγα, γιατι φοβασαι, και μετα επιταχυνεις. Συνεχιζεις να τρεχεις χωρις να ξερεις το που πας η το που θα σε οδηγησει ο δρομος. Στην αρχη εισαι μονο εσυ, γιατι ετσι ειναι. Παντα ξεκιναμε μονοι μας. Χωρις συνοδοιπορους. Στην πορεια ομως καποιος θα βρεθει στον ιδιο δρομο με εσενα, και ειτε θα πορευτειτε μαζι, ειτε θα τρεξει γρηγοροτερα και θα σε προσπερασει, η δεν θα μπορεσει να σε ακολουθησει γιατι εσυ πας γρηγορα. Οσο περιεργο και να ακουγεται ετσι ειναι. Ετσι ειναι. Ολοι νομιζουμε πως αυτο που ζουμε ειναι ενας αγωνας δρομου. Νομιζουμε πως το μυαλο μας ειναι ο συνοδηγος μας και ειναι αυτος που μας λεει ποτε θα στριψουμε, ποτε θα κοψουμε ταχυτητα γτ ο δρομος καταληγει σε γκρεμο και ποτε πρεπει να σταματησουμε στην ακρη για να αλλαξουμε λαδια. Νομιζουμε πως οποιος μας πλησιασει ειναι καποιος αντιπαλος που θελει να μας προσπερασει για να βγει πρωτος. Νομιζουμε πως με το να δυναμωσουμε το ραδιοφωνο επειδη παιζει το αγαπημενο μας τραγουδι θα χασουμε.
Και καπως ετσι χανουμε την διαδρομη.
Γιατι ποτε δεν κοιταξαμε εξω απο το παραθυρο μας να δουμε τα τοπια, γιατι παντα κοιταζαμε τον δρομο, γιατι παντα ακουγαμε τον συνοδηγο μας και τις οδηγιες που μας εδινε, γιατι δεν σταματησαμε ποτε στην ακρη του δρομου να κανουμε ενα τσιγαρο και να δουμε το ηλιοβασιλεμα.
Τι και αν βγουμε πρωτοι σε εναν αγωνα δρομου που ποτε δεν μαθαμε οτι παιζουμε και εμεις?
Θα φτασεις στο τελος, θα σου πουν μπραβο, θα σε κανουν μπανιο με μια φθηνη σαμπανια για να γιορτασουν την νικη σου και μετα θα παρεις το αμαξι σου για να γυρισεις παλι στον δρομο.
Τοτε ομως ολα θα σου φαινονται αλλιως. Δεν θα ακους τις οδηγιες που θα σου δινει το μυαλο σου και θα κανεις οτι θες, θα σταματας σε καθε παγκακι στην ακρη του δρομου για να βλεπεις το ηλιοβασιλεμα, θα πηγαινεις αργα χωρις να σε κυνηγαει τιποτα και θα ακους την μουσικη στο τερμα με ολα τα παραθυρα ανοιχτα.
Και οταν το αμαξι σου θα μεινει απο βενζινη σε μια ερημια, τοτε ναι. Τοτε θα εχεις κερδισει εναν πιο σημαντικο αγωνα. 

28 Απριλίου 2013

Κυνηγός επιθέτων.

-
Γεια σου.
-
Πες μου το ονομα σου. Το επιθετο σου οχι το μικρο. Τα μικρα ονοματα τα ξεχναω. Ξερεις... Πολλα μικρα ονοματα μαζι με προσωπα, που αν τα ξαναδω μπορει ακτι να μου θυμισουν. Πολλα μικρα ονοματα, λιγα επιθετα. Ετσι θα μπορω να σε θυμαμαι. Θελω να το μαθω τωρα πριν τελειωσει. Δεν προλαβαινουμε. Τις ωρες που ειμαστε χωριστα κραταμε στα χερια μας μια κουπα καφε, ενα κινητο, ενα τραπουλοχαρτο. Η μερα μου ξερεις ξεκιναει παντα με το να κοιταζω το κινητο μου.
-
Ναι, ναι το ξερω πως πρεπει να αλλαξω συνηθειες αλλα περιμενω για ενα μηνυμα σου, που καταβαθος δεν θελω να δω, και τελειωνει με το γυρισμα του κλειδιου σε ενα δωματιο χωρις θεα. Ετσι καταντησαμε. Δεν φαινομαστε πλεον. Δεν βλεπομαστε.
-
Γιατι καπνιζω?... Καπνιζω πολυ γιατι επρεπε να βρω εναν καινουργιο τροπο να μετραω τον χρονο. Δεν τον μετραω με τα λεπτα, τον μετραω με τα τσιγαρα, και ετσι φαινεται να κυλαει πιο γρηγορα.
-
Ναι μονος μου. Και εσυ ε?
-
Μαλιστα. το θεμα ειναι να μην εχει κανεις απαιτησεις... Δεν καταλαβαινεις ε?
-
Οταν νομιζεις οτι δεν εισαι μονος σου, να το σκεφτεσαι παντα δυο φορες, ετσι λιγο λιγο μπορεις να το παρεις αποφαση. Αλλωστε υπαρχει τοσος κσομος γυρω που μπορει να σε κανει να ξεχαστεις. Οχι εδω. Παντου, εκτος απο εδω. Μονο στο σπιτι σου εισαι μονος σου, αλλα ουτε και εκει εισαι μονος σου πραγματικα. Ε, βιβλια, τηλεοραση, ραδιοφωνο, τηλεφωνα ειναι και αυτα που μου κανουν παρεα.
-
Ναι μονος μου μενω.. Και εσυ ε?
-
Ναι ειναι καλυτερα ετσι.
-
Να, ειναι καλυτερα ετσι για να μην συνηθιζεις στην συντροφια στην νυχτα. Την ημερα ειναι ευκολο να ειναι κανεις μονος του. Την νυχτα ειναι δυσκολο. Ειναι σκοτεινα. Ακομα και εδω που μενω οι ηχοι το βραδυ ειναι ελαχιστοι. Γιαυτο πριν πεσω να κοιμηθω ακουω μουσικη. Ειχα μια φιλη καποτε που ειχε την τηλεοραση ολη την μερα ανοιχτη, και ολη την νυχτα.
-
Οχι τωρα πια.
-
Τις νυχτες δεν ειναι πια μονη της. Αλλα κοιμουνται με το φως αναμμενο.
-
Ναι, παλια μου αρεσε να μου λενε παραμυθια πριν κοιμηθω.  Τωρα που και που τα διαβαζω μονος μου.  Σε βοηθα να βλεπεις καλυτερα ονειρα ξερεις...
-
Χα, αληθεια διαβαζεις ωραια?
-
Ναι... Εχεις ωραια φωνη...         Αλλα δεν φτανει.
-
Τιποτα τιποτα. Κανει κρυο.
-
Ναι ας φυγουμε.
-
Οπου θες.
-
Πως σε λενε?
-
Το μικρο. Το επιθετο τι να το κανω τωρα.


27 Απριλίου 2013

3:12

Το περασμα περα απο τον χρονο, τον χωρο.
Ενα απεραντο τοπιο μια μαραμενης ψυχης. Ενα σωμα νεκρο που ομως ζει ακομα. Νεκρο απο συναισθημα και εκφραση. Μια κραυγη υπογεια, απο τα εγκατα του Ειναι. Χωρις σκοπο, χωρις στοχο πεφτει πανω στους τοιχους του δωματιου. Δεν κυνηγησε ποτε το αιωνιο και το αλησμονητο.
Η αιωνια παλη της ανθρωπινης φυσης για το απροσιτο αγγιγμα. Μονο αυτο κυνηγαμε. Το αγγιγμα στην επιφανεια. Ποτε κανεις δεν θα πονεσει για να φτασει στον πυρηνα. Δεν θα χαρει ποτε κανεις τους θυσαυρους του "αγνωστου".

Μια διαδρομη που δεν θα περπατηθει ποτε απο ανθρωπο. Μονο αχορταγες σκεψεις θα το διαβαινουν και θα χανονται, θα το λεηλατουν, θα το στραγγιζουν. Υστερα ομως το μονοπατι θα κρυφτει. Απο τα λαθη, απο την αδικια και θα εξαφανιστει. Ο δρομος για τον πυρηνα θα χαθει. Θα χαθει το νοημα και η ουσια μας μαζι, και σαν σβησει αυτη η φωτια της προσμονης θα ερθει το κρυο. Αυτο που κανει τα κυτταρα του κορμιου να πεθαινουν ενα ενα. Τοτε ειναι που θα χαθεις και εσυ μαζι με το μονοπατι. Τοτε ειναι που στα συνορα της ψυχης και του μυαλου θα ερθει μια νυχτα που θα κρατησει για καιρο.. Τοτε να ξερεις πως θα ερθει και το τελος.

Πολλες φορες φτιαξαμε δρομους. Τους στρωσαμε με ελπιδες αλλα χαθηκαν και αυτες στην πορεια.
Και τωρα που χαθηκε και η τελευταια, χανομαστε και εμεις. Αδυναμοι να γεννησουμε νεες.
Χαθηκαμε στην σκια της νυχτας.
Περπαταμε διπλα διπλα, αορατοι ο ενας για τον αλλον.

Στην άκρη.

Τώρα που ο ήλιος θα δύσει, τώρα που στεκόμαστε και οι δύο στην άκρη του γκρεμού, τώρα που το όνειρο έγινε πραγματικότητα,τώρα που όλα τα νήματα έχουν κοπεί, τώρα που σε κρατάω στην αγκαλιά μου, ηρθε η ώρα να σου πω δύο αλήθειες και ένα ψέμα. 

Συγνώμη. Συγνώμη που σε εφτιαξα για να σηκώσεις στους ώμους σου τα βάρη της ζωής μου. 
Φοβάμαι. Φοβάμαι να μου λένε παραμύθια με κάστρα, δράκους και ιππότες. 
Ευχαριστώ. Ευχαριστώ που γεννήθηκες για μένα, έζησες για μένα και για μένα τώρα πέφτεις στον γκρεμό.

Πάντα σε περίμενα, πριν ακόμα υπάρξεις σαν όνομα, σαν πρόσωπο.
Πάντα μετρούσα τα φεγγάρια μέχρι να με βρεις και μετά τα έσβηνα. Μέτρησα και έσβησα 24 ολόκληρα φεγγάρια. Ζητούσα παντού να βρω τα ίχνη των βημάτων που θα με οδηγούσαν σε εσένα.
Πάντα σε είχα ανάγκη, αλλά δεν ήξερα που να σε ψάξω, και όταν σε έψαχνα δεν ερχόσουν. Κάτι θα ήξερες. Δεν είχα άλλη επιλογή. Δεν είχα την δύναμη να ζω μόνος μου. Γιαυτό φτάσαμε εδώ.
Και τώρα βάζω τελεία στην ιστορία που έγραψες εσύ. Εσύ είσαι ο ήρωας της ιστορίας σου, όχι εγώ. Εγώ ζούσα στην αφάνεια. Ήμουν ο παρατηρητής σου. Ένας τρελός επιστήμονας που κινούσε τα νήματα. Κόβοντας και ράβοντας στα μέτρα του μια ζωή, απλή και ποθητή, για να την φορέσει και να νιώσει ζεστασιά. 
 
Τέλος; Οχι. Είναι μια καινούργια αρχή.
Μια καινούργια αρχή που χτίζεται πάνω στα χαλάσματα του δικού σου τέλους, στα χαλάσματα της δικής σου, έστω και φευγαλέας, ζωής. Μισώ όμως τα μάτια μου που δεν θα καθρεφτίζουν πια το πρόσωπο σου. Που δεν θα μπορώ να σου μιλήσω ξανά. Μισώ τις σκέψεις μου, μισώ εμένα. Μισώ εμένα που σε οδήγησα στο τέλος. Δεν ξέρω αν είχα άλλη επιλογή. Σίγουρα θα είχα. Γιατί δεν την είδα; Μήπως ήταν καλύτερα έτσι; Μήπως έπρεπε να γίνουν όλα έτσι από την αρχή; Νομίζω πως η λογική μου σιγά σιγά με εγκαταλείπει και την θέση της παίρνουν δράκοι, ιππότες, πριγκίπισσες και μάγοι.

Τώρα βλέπω καθαρά. Τώρα που γκρεμίζεται κάθε φόβος μου, κάθε τοίχος που είχα φτιάξει, σε βλέπω να στέκεσαι ανάμεσα στα χαλάσματα και να κοιτάς τον ουρανό. Κάθε λέξη που βγαίνει απο το στόμα σου, και μια ρωγμή στα τοίχοι της συνείδησης μου. Αρχίζεις να σπας και εσύ σε κομμάτια. Δεν ξέρω γιατί νιώθω έτσι. Νόμιζα πως όλα ηταν για καλό. Για το δικό μου καλό. Σε έφτιαξα, σου είπα πως είσαι κάποιος άλλος, έζησα μαζί σου την αληθινή ζωή και σε οδήγησα στο τέλος. Και μαζί με εσένα έσπασε κάτι μέσα μου. Και τώρα που χάνεσαι, πρέπει να συνεχίσω μόνος μου.
 Έμαθα όμως. Αλήθεια έμαθα.

Συγνώμη που έγιναν όλα έτσι. Σε ευχαριστώ που έγιναν όλα έτσι. 
Κοίτα με πριν χαθείς και χαμογέλασε μου. Δείξε μου πως με συγχωρείς. 
Δείξε μου πως κατάλαβες τι είναι ψέμα και τι αλήθεια, αν υπάρχει.
Είναι δύσκολο να σκοτώνεις τον εαυτό σου μέρα με την μέρα.
Είναι δύσκολο να σε σκοτώνω μέρα με την μέρα. 
Συγχώρεσε με.







 

11 Απριλίου 2013

Μια οαση λογικης μεσα στην ερημο της παραφροσυνης.

Μια οαση λογικης μεσα στην ερημο της παραφροσυνης.
Αυτη ζηταμε. 
Αυτη ψαχνουμε. 
Αυτη σκεφτομαστε καθε μερα, απο την ωρα που θα ξυπνησουμε μεχρι την ωρα που θα κοιμηθουμε,  
Μα ποτε δε θα την βρω. Ποτε δεν θα την βρεις. Αδικα την ψαχνουμε.
Χαθηκε και αυτη στο περασμα του χρονου. 
Οπως χαθηκαμε και εμεις.
Οπως χασαμε και τους εαυτους μας ενα πρωι.
Οπως χασαμε και αυτη την υποτιθεμενη μαγεια που υπαρχει αναμεσα σε δυο ανθρωπων.
Χαθηκαν ολα. 
Και πως να ζησεις οταν κατι λειπει; 
Η ζωη δεν εχει νοημα. 
Ο καφες θα ειναι παντα πικρος οση ζαχαρη και αν βαλεις.
Το τσιγαρο θα τελειωνει μολις το αναψεις. Δυο τρις ρουφηξιες και μετα τελος.
Οι στιχοι απο τα τραγουδια θα ειναι απλες λεξεις.

Πως γινεται να σου λειπει κατι που ποτε δεν ηταν δικο σου; 
Ρητορικες ερωτησεις που θελουν απαντησεις. 
Καπου θα ειναι γραμμενες. 
Ξερω που.
Εκει, σε αυτη την οαση της λογικης, καπου στον πατο της λιμνης, χαραγμενες σε μια πετρα θα τις βρεις. 
Μα οταν ξεκινησεις το ταξιδι και θες εναν συνοδοιπορο, μην μου ζητήσεις να ερθω μαζι σου.
Θα ειμαι ηδη εκει. 




21 Μαρτίου 2013

Aρχη. Μεση. Τελος.

Αρχη: Αρχη. Το πρωτο σταδιο. Αφετηρια. Μια νεα κατασταση. Το πρωτο σκιρτημα. Οι πρωτες πεταλουδες που ζωντανευουν στο στομαχι σου. Οι πρωτες σκεψεις που κανεις το βραδυ. Πρωτα ερχεται ο ενθουσιασμος. Μετα παιρνει την θεση του ο ερωτας. Νιωθεις κατι για πρωτη φορα. Κατι καινουργιο ξεκινα. Τα πρωτα πολυωρα τηλεφωνηματα γεμιζουν αυτα το βραδυ. Τα πρωτα γλυκολογα. 
       Η αρχη σηματοδοτει παντα κατι καινουργιο. Ξεκινας χωρις να ξερεις, τι ειναι δεδομενο και τι οχι. Δεν περιμενες τιποτα αλλο, εκτος απο τον ηχο ενας πιστολιου, για να ξεκινησεις και να βγεις πρωτος σε εναν αγωνα αβεβαιο, τοσο δελεαστικο κα γοητευτικο ομως, που σε κανει να θες να ξεκινησεις νωρις. ΓΡΗΓΟΡΑ. 
Λαθος: Ταχυτητα

Μεση: Μεση. Το κεντρο. Η κορυφη της καμπυλης που δείχνει την αναπτυξη. Η αναπτυξη δε ειναι σταθερη και μονιμη. Υστερα ερχεται η πτωση. Δεν σε νοιαζει ομως. Βρισκεσαι στην κορυφη. Δεν σκεφτεσαι καθολου την επερχομενη πτωση, γιατι εισαι αναμεσα στα συννεφα. Τα συναισθηματα ειναι τα φτερα σου. Τιποτε δεν σε μπορει να σε αγγιξει γιατι πετας ψηλα. Ο κορεσμος της ελευθεριας ομως ερχεται  ακομα πιο γρηγορα. Χωρις να ξερεις το γιατι, το να πετας σου φαινεται πλεον ανιερο. Βαραινεις ξαφνικα και δεν μπορεις να πεταξεις. Τα φτερα σου δεν μπορουν να σηκωσουν μονα τους ολο το βαρος. Αρχιζεις να χανεις υψος. Η γη σε τραβαει προς το μερος της. Τα συναισθηματα πολλα και η αποσταση απο την γη πολυ μικρη. 
            Το προβλημα τωρα ειανι η αποσταση. Επρεπε ομως να το ειχες σκεφτει απο την αρχη. Πριν ανοιξεις τα φτερα σου και πεταξεις ψηλα, και οχι τωρα που αρχισες να πεφτεις. Δεν σε νοιαζει ομως. Ακομα και τωρα, και καταληγεις σε μια πτωση που η αποσταση απο την γη μειωνεται καθε δευτερολεπτο ολο και πιο πολυ. Το τελος ερχεται σε εσενα. Η εσυ οδευεις προς αυτο; 
Λαθος: Αποσταση

Τελος: Τελος. Σηματοδοτει την γραμμη του τερματισμου που βρισκεται μπροστα σου, την ημερομηνια ληξης στην συσκευασια μιας σοκολατας, το τελος μιας αρχης... Μιας αρχης που δεν σου  υποσχεθηκε τιποτα. Τιποτα δεν σου ειπε πως ειναι δεδομενο, και ομως εσυ, αρχισες να τρεχεις. Για να προλαβεις τι; Η ταχυτητα με την οποια ετρεξες σε οδηγησε, τωρα, στη μειωση της αποστασης μεταξυ του σωματος σου και του εδαφους. Στο οποιο τωρα θα πεσεις, και θα τσακιστεις. Τρεχεις και πεφτεις. Πετας και αρχιζεις να πεφτεις. Η αποσταση μειωνεται αστραπιαια και ξαφνικα βρισκεσαι κολλημενος στο χωμα. Η πτωση εφτασε στο τελος της. Και τοτε αρχιζει ο πονος να κανει αισθητη την παρουσια του. Και ειναι δυνατος. Και εσυ σπας σε χιλια μικρα κομματια. Το κενο αναμεσα στα κομματια σου μεγαλο. 
            Ενα δευτερολεπτο πριν το τελος, πριν πεσεις και σπασεις στην γη, σκεφτεσαι τι θα μπορουσες να ειχες κανει για να αποφυγεις το τελος που ηξερες ηδη απο την αρχη, η εστω να το καθυστερησεις. Μονο που το σκεφτηκες καπως αργα. Και σκεφτεσαι τι μπορεις να κανεις μετα. Σκεφτεσαι τις σωστες και τις λαθος επιλογες. Μην κουραζεσαι. Ειναι ματαιο τωρα πια.
Λαθος: Σκεψεις.

Αρχη-Μεση-Τελος.

Απο το "τιποτα" φτανεις στο "καπου" και υστερα στο "τιποτα" ξανα.
Απο εκει που πετουσες ψηλα καταληγεις κολλημενος στην γη. Ο αγωνας δρομου εφτασε στο τελος του. Δεν καταφερες ομως να κοψεις στα δυο την κορδελα. Εχασες στο τελος. Η, μπορει να ειχες χασει και απο την αρχη. Εκει, που η ταχυτητα και η αποσταση εφεραν τις σκεψεις γρηγορα, ωστε να ερθει το τελος γρηγοροτερα.






20 Μαρτίου 2013

Ακομα να φτασεις στα αστερια;


 Καποτε σε εναν σκοτεινο ουρανο, αναμεσα στα υπολοιπα χιλιαδες αστερια, ζουσαν δυο μικρα  αστερια σαν ολα τα αλλα που ετυχε να ερωτευτουν. Η αποσταση μεταξυ τους μεγαλη, ατελειωτη και αβασταχτη. Αυτα τα δυο ερωτευμενα αστερια λοιπον ηταν τοποθετημενα μακρια, πολυ μακρια το ενα απο το αλλο. Ποτε δεν καταφεραν να συναντηθουν. Ισως γιατι το ενα βρισκοταν σε μια αλλη διασταση, σε εναν αλλο ουρανο, αλλα το φως του καταφερε να τυφλωσει το αλλο, και να το κλεισει μεσα σε μια χρυση φυλακη. Ισως το ενα ποτε δεν μπορεσε να δει το αλλο, γιατι το φως των αλλων αστεριων το μπερδευαν. 
Ολα αυτα ομως δεν εχουν σημασια... Και ξερεις γιατι; 
Γιατι βρισκοντουσαν και τα δυο στον ιδιο ουρανο. Γιατι οση αποσταση και αν τα χωριζε, ακομη και σε διαφορετικη διασταση να βρισκοντουσαν, ηξεραν οτι καπου ενα αστερι ζει και φωτιζει τον κοσμο για αυτα. Οτι και αν τα εμποδιζε να βρεθουν η να δουν το εναν το αλλο δεν τα ενοιαζε. Ηξεραν πως βρισκονται εστω στον ιδιο ουρανο.

Ο καιρος ομως περασε. Αστερια επεφταν καθε βραδυ απο τον σκοτεινο ουρανο, ζηλευοντας των ερωτα των δυο μικρων αστρων. Ωσπου στο τελος ειχαν μεινει μονο αυτα. Τοτε χωρις το φως των υπολοιπων αστεριων καταφερε να δει το ενα το αλλο.
"Δεν σου αξιζω. Εσυ αξιζεις να βρισκεσαι σε εναν ουρανο πολυ καλυτερο απο αυτον εδω" ειπε το ενα αστερι που ειχε φυλακισει το αλλο στην χρυση του φυλακη. Το μικρο αστερι δεν μιλησε. Απλα εμεινε να κοιταει μια τον αδειο σκοτεινο ουρανο, και μια το αστερι που το ειχε μαγέψει με το δυνατο του φως. "Πως μπορεις να μου λες κατι τετοιο;" του ειπε, και ενιωσε το φως να σβηνει μεσα του ξαφνικα, τοσο ξαφνικα οπως επαψε και στα ματια του να ακτινοβολει και ο ερωτας του. Σιωπη.

Τα δυο αστερια εμειναν να κοιτουν το ενα το αλλο, χωρις να μιλουν. Απλα στεκοντουσαν το ενα απεναντι στο αλλο. Δυο φωτεινα αστερια στον μαυρο και σιωπηλο ουρανο. Τα χρονια περασαν.
Αρχισαν να χανουν την δυναμη τους. Το φως που προερχοταν απο μεσα τους αρχισε να σβηνει. Στην αρχη αργα και μετα γρηγορα. Οταν ενα βραδυ, χωρις αιτια, το ενα αρχισε να πεφτει. Το φως μεσα του ειχε χαθει εντελως. Δεν μπορουσε τιποτα πλεον να το κρατησει ψηλα στον ουρανο. Αρχισε να πεφτει λοιπον, και να στροβιλιζεται μεσα στη νυχτα. Το αλλο αστερι που ηταν ακομα εκει ψηλα, δεν εκανε τιποτα για να το βοηθησει.  Απλα το εβλεπε να πεφτει.

Η πτωση δεν ειχε τελειωμο για το αστερι. Επεφτε χωρις να ξερει την συνεχεια. Και ομως ενιωθε καλα. Δεν το ενοιαζε που θα κατεληγε. Ενιωθε ελευθερο. Ειχε δραπετευσει απο την χρυση φυλακη που το ειχαν κλεισει. Αλλα και παλι ενωθε φυλακισμενο. Αν και το φως απο μεσα του ειχε χαθει, οσο απομακρυνοταν απο τον ερωτα του, οσο απομακρυνοταν απο τον παλιο του ουρανο, ενιωθε μεσα του παλι να ξαναγεννιεται ενα φως απο το πουθενα, με αποτελεσμα η ταχυτητα της πτωσης του σιγα σιγα επιβραδυνοταν.

Μεχρι που σταματησε να πεφτει. Μεχρι που αρχισε να βγαινει παλι φως απο μεσα του. 
Οταν κοιταξε γυρω του βρισκοταν σε εναν αλλο ουρανο. Με χιλιαδες αστερια και παλι. Ολα ηταν φωτεινα. Ολα ακτινοβολουσαν για αυτο. Ηταν τα αστερια που ειχαν πεσει χρονια πριν, απο εκει που βρισκοταν. Και εκεινο ενιωσε παλι ερωτευμενο. Οχι με καποιο συγκεκριμενο αστερι, αλλα με ολα τα αστερια που ηταν εκει μαζι του.  Τα ειχε καταφερει. Ποτε ξανα δεν θα εχανε το φως απο μεσα του, ποτε ξανα δεν θα επεφτε σε εναν αλλο ουρανο. 

Ειχε καταλαβει πως δεν επρεπε μονο να ζει και να ακτινοβολει για ενα και μονο αστερι. Αλλα για ολα αυτα που βρισκονται μαζι του, στον ιδιο ουρανο, και του κρατανε συντροφια.