5 Δεκεμβρίου 2020

4 χρόνια μετά.

Πέρασε τόσος καιρός και ακόμα δεν έμαθα πως να κοιμάμαι άδειος τα βράδια.


Έμαθα όμως να κάνω όνειρα. Εμαθα να φτιάχνω τον κόσμο μου όπως θέλω να είναι. Εμείς φτιάχνουμε ότι συμβαίνει γύρω μας. Εμείς και οι επιλογές που κάνουμε στην διαδρομή. Άργησα να το μάθω, γιαυτό στο λέω και εσένα, μήπως ξεκινήσεις να κάνεις όνειρα και εσύ. Μην μείνεις μόνο σε αυτό. Να το πιστέψεις το όνειρο σου. Και ας είναι τρελό. Μην το αφήσεις. Εσύ του δίνεις δύναμη. Εσύ θα το φέρεις μπροστά σου. Είναι το δώρο σου. Και την κατάλληλη στιγμή θα το δεις μπροστά σου να παίρνει σάρκα και οστά. 

Ο κόσμος που φτιάχτηκε, από εμένα για εμενα, ήταν γεμάτος τέρατα που τάιζα όσο ήμουνα μικρός.  Ετρωγαν αυτά που δεν μπορούσα να χωνέψω. Και γινόντουσαν ακόμα πιο μεγάλα. Πάντα ήταν δύο βήματα πίσω μου. Άλλες φορές τα έβρισκα μπροστά μου, στην επόμενη γωνία. Μέχρι που μια μέρα έφυγαν. Η κρυφτηκαν. Δεν είμαι σίγουρος. Ακόμα όμως υπάρχουν. Τα νιώθω. Είναι κρυμμένα σε μια τρύπα και ζητούν φαγητό. Σταμάτησα όμως. Κάποιες φορές ακούω τα νύχια τους στους τοίχους, καθώς προσπαθούν να βγουν στην επιφάνεια.

Σήμερα τα τέρατα βγήκαν από την κρυψώνα τους, με ξύπνησαν και δεν έχουν πια κόκκινα μάτια. Δεν μου ζητάνε φαγητό. Δεν είναι ούτε στην επόμενη γωνία, ούτε πίσω μου. Κάθονται στην άκρη του κρεβατιού και κοιτάνε το πάτωμα. Δεν πεινάνε πια. Μόνο ένας λυγμός ακούγεται από τα σπλάχνα τους. Και η όψη τους πλέον, μου θυμίζει την δική μου. 


Μπορεί να πέρασε τόσος καιρός και ακόμα να κοιμάμαι γεμάτος τα βράδια, όμως σήμερα ξύπνησα στον κόσμο που έφτιαξα εχθές.