31 Οκτωβρίου 2014

Μόνιμοι Περαστικοί


Έλα κοντά και κάτσε στην θέση δίπλα μου.
Μοιράσου τον πόνο σου μαζί μου αν το θες. Ξεκουράσου και σαν γίνεις καλά μπορείς να φύγεις.
Μπορείς όμως να κάτσεις και όσο θες. Κανείς άλλος δεν θα έρθει.
Για κανέναν δεν προορίζεται η θέση αυτή.
Την κρατώ για εκείνους που περνούν και ξεκουράζονται στο πλάι μου με μόνο σκοπό να ελαφρύνουν την συνείδηση και το εγώ τους, και σαν νιώσουν καθαροί και έτοιμοι θα φύγουν. Όπως και εσύ.
Γιαυτό έμαθα να μην κρατιέμαι από περαστικούς που αδειάζουν συναισθήματα και γεμίζουν αέρα.
Προτιμώ αυτούς που θα έρθουν και θα διαλέξουν να μείνουν εδώ.
Για καιρό, και όχι απλά να κάνουν ένα τσιγάρο και να πουν τα βάσανά τους.
Προτιμώ αυτούς που θα μείνουν όχι από ανάγκη, αλλά από επιλογή.
Αυτοί είναι που έχουν μια θέση κάπου αλλού.
Πιο ζεστή, και πιο κοντά στην καρδία μου.
Φύγε τώρα.
Μου στερείς το οξυγόνο.

22 Οκτωβρίου 2014

Η μελωδία της Ευτυχίας (μας).

Υπάρχει μια μελωδία για τον καθένα μας.

Για σένα μπορεί να είναι ο ήχος της θάλασσας καθώς τα κύματα της γεννιούνται και πεθαίνουν στην στεριά. Για σένα μπορεί να είναι το γέλιο των φίλων σου, σε έναν κυριακάτικο πρωινό γεμάτο κουβέντες καφέ. Για σένα μπορεί να είναι ο ήχος της βροχής που πέφτει στο τζάμι σου το βράδυ. Για σένα μπορεί να είναι ο ήχος απο τον καπνό που καίγεται καθώς ανάβεις το τσιγάρο σου. Για σένα μπορεί να είναι ο χτύπος της καρδιάς εκείνου που αγαπάς.  Η μελωδία που σε κάνει να γελάς μπορεί να είναι ακόμα και ο ήχος των λεπτοδεικτών του ρολογιού σου. Η μελωδία η δική σου μπορεί να είναι οποιαδήποτε.

Η δικιά μου μελωδία όμως είναι ακόμα κάπου εκεί έξω και με περιμένει να την βρω. Η δική μου μελωδία δεν είναι χαρούμενη. Ούτε καν λυπητερή. Η δική μου μελωδία δεν προμηνύει ούτε χάρες, ούτε λύπες, ούτε τον κυριακάτικο πρωινό γεμάτο κουβέντες καφέ σου.

 Η δική μου μελωδία είναι όλες αυτές μαζί. Είναι ο ήχος της σιωπής όταν τα λόγια δεν βγαίνουν από τα χείλη μου. Είναι ο ήχος καθώς ξεφυσάω γιατί δεν ξέρω πως να εκφραστώ. Είναι ο ήχος του πληκτρολογίου μου καθώς γράφω αυτά που δεν ξέρω πως πω. Είναι ο θόρυβος που κάνω κάθε φορά που μαζεύω τα πράγματά μου. Είναι ο ήχος των βημάτων μου καθώς περπατάω την νύχτα στον άδειο δρόμο.  Είναι η μουσική απο ένα πιάνο ξεκούρδιστο που μόνο νοσταλγία σου φέρνει. Είναι ο ήχος από όλα τα "σε θέλω, σε αγαπώ, μου λείπεις, σε μισώ, φοβάμαι, φεύγω, λυπάμαι, συγγνώμη, γύρνα πίσω, σε ευχαριστώ" που είπαμε από τότε που γεννηθήκαμε. 

Είναι μια μελωδία που δεν σε τρομάζει μέσα στην νύχτα, αλλά εκείνη που σε βοηθά να βρεις τον δρόμο σου μέρα μεσημέρι. 

20 Οκτωβρίου 2014

Η θεωρία του Χάους.

Και στην αρχή, υπήρξε το Χάος.

Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.
Το κενό, γέμιζε το ίδιο το κενό του.
Κανένα αστέρι δεν έλαμπε στον ουρανό.
Κανείς δεν υπήρχε να μιλήσει για να σπάσει την σιωπή.
Δεν υπήρχε ο χρόνος. Δεν υπήρχε το φεγγάρι. Δεν υπήρχε η θάλασσα.

Ώσπου γεννηθήκαμε εμείς και το χάος χωρίστηκε στα δύο.
Η σιωπή άρχιζε να φωνάζει για να την ακούσουν ως τα πέρατα του κόσμου.
Τα αστέρια άρχισαν να χορεύουν ξέφρενα, και ο ουρανός γέμισε με φώς.
Το σύμπαν άρχισε να συνωμοτεί εναντίον μας από την πρώτη στιγμή που γεννηθήκαμε.

Ώσπου φτιάξαμε τον χρόνο και κρυφτήκαμε κάτω απο την σκιά του.
Ώσπου φτιάξαμε το φεγγάρι να το κοιτάμε όταν δεν είμασταν μαζί.
Ώσπου τέλος φτιάξαμε και την θάλασσα.
Για να ρίχνουμε τα παράπονά μας στα κύματα της και εκείνη να τα παίρνει μακριά.
Σκεφτήκαμε πως ο χρόνος θα τα γιάτρευε όλα.
Σκεφτήκαμε πως το φεγγάρι θα μας ένωνε για πάντα.
Σκεφτήκαμε πως η θάλασσα θα μας πήγαινε μακριά.

Μα η τόση σκέψη και η τόση δημιουργία μας, κούρασε το Χάος.
Και με μια κίνηση του, τα έσβησε όλα.
Έσβησε εμάς την θάλασσα, την σιωπή, τα αστέρια και τον χρόνο.

Και, τώρα,  στο τέλος, υπάρχει ακόμα και μόνο το Χάος.



7 Οκτωβρίου 2014

Η ιστορία της Σιωπής.

Απόψε αν θες να ξέρεις νίκησε πάλι η Σιωπή.

Ήρθε ακάλεστη και κάθισε ανάμεσα μας.
Μας είπε όμως πως δε θα καθόταν για πολύ.
Είπε πως οι προηγούμενοι την έδιωξαν γιατί ήταν εκεί η Αγάπη και της είχε πάρει ήδη την θέση.
Κάποιοι άλλοι το πρωί δεν της άνοιξαν ούτε την πόρτα γιατι η Εμπιστοσύνη τους είχε αγκαλιά.
Τις προάλλες, εκεί που είχε κουρνιάσει στις σκέψεις κάποιων άλλον, ήρθε η Λογική παρέα με το Συναίσθημα και την έδιωξαν κακήν κακώς και παρόλο που της έκανε εντύπωση, πως η Λογική και Συναίσθημα κάνανε παρέα, εκείνη κατέβασε το κεφάλι και έφυγε χωρίς να κάνει θόρυβο.
Γιαυτό ήρθε σε εμάς. Μας είδε από μακριά να καθόμαστε παρέα, με γυρισμένες τις πλάτες  και ένα κενό ανάμεσα μας και μας αγάπησε. Και κάθισε μαζί μας χρόνια και ώρες ατελείωτες.

Γιαυτό μας νίκησε και απόψε.
Νίκησε γιατί εμείς ήμασταν οι μόνοι αγαπημένοι της.