21 Μαρτίου 2013

Aρχη. Μεση. Τελος.

Αρχη: Αρχη. Το πρωτο σταδιο. Αφετηρια. Μια νεα κατασταση. Το πρωτο σκιρτημα. Οι πρωτες πεταλουδες που ζωντανευουν στο στομαχι σου. Οι πρωτες σκεψεις που κανεις το βραδυ. Πρωτα ερχεται ο ενθουσιασμος. Μετα παιρνει την θεση του ο ερωτας. Νιωθεις κατι για πρωτη φορα. Κατι καινουργιο ξεκινα. Τα πρωτα πολυωρα τηλεφωνηματα γεμιζουν αυτα το βραδυ. Τα πρωτα γλυκολογα. 
       Η αρχη σηματοδοτει παντα κατι καινουργιο. Ξεκινας χωρις να ξερεις, τι ειναι δεδομενο και τι οχι. Δεν περιμενες τιποτα αλλο, εκτος απο τον ηχο ενας πιστολιου, για να ξεκινησεις και να βγεις πρωτος σε εναν αγωνα αβεβαιο, τοσο δελεαστικο κα γοητευτικο ομως, που σε κανει να θες να ξεκινησεις νωρις. ΓΡΗΓΟΡΑ. 
Λαθος: Ταχυτητα

Μεση: Μεση. Το κεντρο. Η κορυφη της καμπυλης που δείχνει την αναπτυξη. Η αναπτυξη δε ειναι σταθερη και μονιμη. Υστερα ερχεται η πτωση. Δεν σε νοιαζει ομως. Βρισκεσαι στην κορυφη. Δεν σκεφτεσαι καθολου την επερχομενη πτωση, γιατι εισαι αναμεσα στα συννεφα. Τα συναισθηματα ειναι τα φτερα σου. Τιποτε δεν σε μπορει να σε αγγιξει γιατι πετας ψηλα. Ο κορεσμος της ελευθεριας ομως ερχεται  ακομα πιο γρηγορα. Χωρις να ξερεις το γιατι, το να πετας σου φαινεται πλεον ανιερο. Βαραινεις ξαφνικα και δεν μπορεις να πεταξεις. Τα φτερα σου δεν μπορουν να σηκωσουν μονα τους ολο το βαρος. Αρχιζεις να χανεις υψος. Η γη σε τραβαει προς το μερος της. Τα συναισθηματα πολλα και η αποσταση απο την γη πολυ μικρη. 
            Το προβλημα τωρα ειανι η αποσταση. Επρεπε ομως να το ειχες σκεφτει απο την αρχη. Πριν ανοιξεις τα φτερα σου και πεταξεις ψηλα, και οχι τωρα που αρχισες να πεφτεις. Δεν σε νοιαζει ομως. Ακομα και τωρα, και καταληγεις σε μια πτωση που η αποσταση απο την γη μειωνεται καθε δευτερολεπτο ολο και πιο πολυ. Το τελος ερχεται σε εσενα. Η εσυ οδευεις προς αυτο; 
Λαθος: Αποσταση

Τελος: Τελος. Σηματοδοτει την γραμμη του τερματισμου που βρισκεται μπροστα σου, την ημερομηνια ληξης στην συσκευασια μιας σοκολατας, το τελος μιας αρχης... Μιας αρχης που δεν σου  υποσχεθηκε τιποτα. Τιποτα δεν σου ειπε πως ειναι δεδομενο, και ομως εσυ, αρχισες να τρεχεις. Για να προλαβεις τι; Η ταχυτητα με την οποια ετρεξες σε οδηγησε, τωρα, στη μειωση της αποστασης μεταξυ του σωματος σου και του εδαφους. Στο οποιο τωρα θα πεσεις, και θα τσακιστεις. Τρεχεις και πεφτεις. Πετας και αρχιζεις να πεφτεις. Η αποσταση μειωνεται αστραπιαια και ξαφνικα βρισκεσαι κολλημενος στο χωμα. Η πτωση εφτασε στο τελος της. Και τοτε αρχιζει ο πονος να κανει αισθητη την παρουσια του. Και ειναι δυνατος. Και εσυ σπας σε χιλια μικρα κομματια. Το κενο αναμεσα στα κομματια σου μεγαλο. 
            Ενα δευτερολεπτο πριν το τελος, πριν πεσεις και σπασεις στην γη, σκεφτεσαι τι θα μπορουσες να ειχες κανει για να αποφυγεις το τελος που ηξερες ηδη απο την αρχη, η εστω να το καθυστερησεις. Μονο που το σκεφτηκες καπως αργα. Και σκεφτεσαι τι μπορεις να κανεις μετα. Σκεφτεσαι τις σωστες και τις λαθος επιλογες. Μην κουραζεσαι. Ειναι ματαιο τωρα πια.
Λαθος: Σκεψεις.

Αρχη-Μεση-Τελος.

Απο το "τιποτα" φτανεις στο "καπου" και υστερα στο "τιποτα" ξανα.
Απο εκει που πετουσες ψηλα καταληγεις κολλημενος στην γη. Ο αγωνας δρομου εφτασε στο τελος του. Δεν καταφερες ομως να κοψεις στα δυο την κορδελα. Εχασες στο τελος. Η, μπορει να ειχες χασει και απο την αρχη. Εκει, που η ταχυτητα και η αποσταση εφεραν τις σκεψεις γρηγορα, ωστε να ερθει το τελος γρηγοροτερα.






20 Μαρτίου 2013

Ακομα να φτασεις στα αστερια;


 Καποτε σε εναν σκοτεινο ουρανο, αναμεσα στα υπολοιπα χιλιαδες αστερια, ζουσαν δυο μικρα  αστερια σαν ολα τα αλλα που ετυχε να ερωτευτουν. Η αποσταση μεταξυ τους μεγαλη, ατελειωτη και αβασταχτη. Αυτα τα δυο ερωτευμενα αστερια λοιπον ηταν τοποθετημενα μακρια, πολυ μακρια το ενα απο το αλλο. Ποτε δεν καταφεραν να συναντηθουν. Ισως γιατι το ενα βρισκοταν σε μια αλλη διασταση, σε εναν αλλο ουρανο, αλλα το φως του καταφερε να τυφλωσει το αλλο, και να το κλεισει μεσα σε μια χρυση φυλακη. Ισως το ενα ποτε δεν μπορεσε να δει το αλλο, γιατι το φως των αλλων αστεριων το μπερδευαν. 
Ολα αυτα ομως δεν εχουν σημασια... Και ξερεις γιατι; 
Γιατι βρισκοντουσαν και τα δυο στον ιδιο ουρανο. Γιατι οση αποσταση και αν τα χωριζε, ακομη και σε διαφορετικη διασταση να βρισκοντουσαν, ηξεραν οτι καπου ενα αστερι ζει και φωτιζει τον κοσμο για αυτα. Οτι και αν τα εμποδιζε να βρεθουν η να δουν το εναν το αλλο δεν τα ενοιαζε. Ηξεραν πως βρισκονται εστω στον ιδιο ουρανο.

Ο καιρος ομως περασε. Αστερια επεφταν καθε βραδυ απο τον σκοτεινο ουρανο, ζηλευοντας των ερωτα των δυο μικρων αστρων. Ωσπου στο τελος ειχαν μεινει μονο αυτα. Τοτε χωρις το φως των υπολοιπων αστεριων καταφερε να δει το ενα το αλλο.
"Δεν σου αξιζω. Εσυ αξιζεις να βρισκεσαι σε εναν ουρανο πολυ καλυτερο απο αυτον εδω" ειπε το ενα αστερι που ειχε φυλακισει το αλλο στην χρυση του φυλακη. Το μικρο αστερι δεν μιλησε. Απλα εμεινε να κοιταει μια τον αδειο σκοτεινο ουρανο, και μια το αστερι που το ειχε μαγέψει με το δυνατο του φως. "Πως μπορεις να μου λες κατι τετοιο;" του ειπε, και ενιωσε το φως να σβηνει μεσα του ξαφνικα, τοσο ξαφνικα οπως επαψε και στα ματια του να ακτινοβολει και ο ερωτας του. Σιωπη.

Τα δυο αστερια εμειναν να κοιτουν το ενα το αλλο, χωρις να μιλουν. Απλα στεκοντουσαν το ενα απεναντι στο αλλο. Δυο φωτεινα αστερια στον μαυρο και σιωπηλο ουρανο. Τα χρονια περασαν.
Αρχισαν να χανουν την δυναμη τους. Το φως που προερχοταν απο μεσα τους αρχισε να σβηνει. Στην αρχη αργα και μετα γρηγορα. Οταν ενα βραδυ, χωρις αιτια, το ενα αρχισε να πεφτει. Το φως μεσα του ειχε χαθει εντελως. Δεν μπορουσε τιποτα πλεον να το κρατησει ψηλα στον ουρανο. Αρχισε να πεφτει λοιπον, και να στροβιλιζεται μεσα στη νυχτα. Το αλλο αστερι που ηταν ακομα εκει ψηλα, δεν εκανε τιποτα για να το βοηθησει.  Απλα το εβλεπε να πεφτει.

Η πτωση δεν ειχε τελειωμο για το αστερι. Επεφτε χωρις να ξερει την συνεχεια. Και ομως ενιωθε καλα. Δεν το ενοιαζε που θα κατεληγε. Ενιωθε ελευθερο. Ειχε δραπετευσει απο την χρυση φυλακη που το ειχαν κλεισει. Αλλα και παλι ενωθε φυλακισμενο. Αν και το φως απο μεσα του ειχε χαθει, οσο απομακρυνοταν απο τον ερωτα του, οσο απομακρυνοταν απο τον παλιο του ουρανο, ενιωθε μεσα του παλι να ξαναγεννιεται ενα φως απο το πουθενα, με αποτελεσμα η ταχυτητα της πτωσης του σιγα σιγα επιβραδυνοταν.

Μεχρι που σταματησε να πεφτει. Μεχρι που αρχισε να βγαινει παλι φως απο μεσα του. 
Οταν κοιταξε γυρω του βρισκοταν σε εναν αλλο ουρανο. Με χιλιαδες αστερια και παλι. Ολα ηταν φωτεινα. Ολα ακτινοβολουσαν για αυτο. Ηταν τα αστερια που ειχαν πεσει χρονια πριν, απο εκει που βρισκοταν. Και εκεινο ενιωσε παλι ερωτευμενο. Οχι με καποιο συγκεκριμενο αστερι, αλλα με ολα τα αστερια που ηταν εκει μαζι του.  Τα ειχε καταφερει. Ποτε ξανα δεν θα εχανε το φως απο μεσα του, ποτε ξανα δεν θα επεφτε σε εναν αλλο ουρανο. 

Ειχε καταλαβει πως δεν επρεπε μονο να ζει και να ακτινοβολει για ενα και μονο αστερι. Αλλα για ολα αυτα που βρισκονται μαζι του, στον ιδιο ουρανο, και του κρατανε συντροφια.